Το Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας ΕΕ- ΗΠΑ (TTC) αποτελεί ένα από τα αποτελέσματα της επανέναρξης της διατλαντικής συνεργασίας. Κεντρικός στόχος του η αντιμετώπιση της Κίνας ως ψηφιακής υπερδύναμης. To TTC στοχεύει στην εμβάθυνση των σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ στο εμπόριο και τις επενδύσεις μέσα από τη διατλαντική συνεργασία σε βασικές πολιτικές για την τεχνολογία, την ψηφιακή πολιτική και τις ψηφιακές εφοδιαστικές αλυσίδες¹. Ειδικότερα, η διατλαντική συνεργασία θα εστιάσει σε ένα πλαίσιο κοινών αρχών για την ανάπτυξη και τη χρήση ενός ανθρωποκεντρικού μοντέλου τεχνητής νοημοσύνης, τον καθορισμό της ευθύνης των διαδικτυακών πλατφορμών, τη διακυβέρνηση των δεδομένων, την ανθεκτικότητα των ψηφιακών αλυσίδων εφοδιασμού και την ενίσχυση του ψηφιακού μετασχηματισμού των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Η συνεργασία αυτή αναμένεται να συμβάλει και στον ευρύτερο διάλογο για την πολιτική ανταγωνισμού σε ζητήματα τεχνολογίας.

Η προσέγγιση, ωστόσο, στο ζήτημα της διακυβέρνησης των δεδομένων, που διατρέχει αναπόδραστα το σύνολο του πλαισίου της διατλαντικής συνεργασίας ίσως κρίνει και την έκβασή της. Τα data αποτελούν μια από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές στην ψηφιακή εποχή και στο πεδίο αυτό ΕΕ και ΗΠΑ φαίνεται να έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις. Αντανακλώνται, άλλωστε, και στις μακροχρόνιες διαφορές στην κουλτούρα των εταίρων όσον αφορά στις ρυθμιστικές στρατηγικές και τον τρόπο που αυτές υπερασπίζονται τόσο τις δημοκρατικές αρχές και αξίες στο Διαδίκτυο, όσο και τον υγιή ανταγωνισμό. Μια σειρά γεγονότων, όπως η υπόθεση Facebook-Cambridge Analytica, η μονοπωλιακή και χωρίς φρένο εξουσία που έχουν αναπτύξει οι μεγάλες πλατφόρμες, και που πλέον φαίνεται να συνασπίζονται σιωπηρά δημιουργώντας άτυπα «ψηφιακά καρτέλ», έως την εισβολή στο Καπιτώλιο μετά από τις σχετικές εκκλήσεις του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στο Twitter, αναδεικνύουν την ολιγωρία των ΗΠΑ να βρει μια «χρυσή τομή» ανάμεσα στην προσέγγιση του laissez-faire και την προσέγγιση της παρέμβασης.

Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα τελευταία χρόνια έχει εστιάσει την προσοχή της στη λεγόμενη δραστηριότητα «gatekeeping» από τις μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες, θίγοντας ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων που εντάσσονται στον ευρύτερο προβληματισμό για την ψηφιακή οικονομία, τη διακυβέρνηση των δεδομένων και την αυξανόμενη επιρροή που έχουν οι πολύ μεγάλες πλατφόρμες στον δημόσιο βίο. Δεδομένου μάλιστα ότι η Ευρώπη είναι σε μια διαδικασία ψηφιοποίησης των πάντων, από τα συστήματα κινητικότητας και τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας έως τη γεωργία και τα συστήματα υγείας, ο τρόπος διακυβέρνησης των δεδομένων έχει ιδιαίτερη σημασία. Ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ψηφιακής Οικονομίας της Microsoft, Jeremy Rollison σε άρθρο του αναφέρει ότι μέχρι το τέλος του 2021, περίπου το 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ θα έχει ψηφιοποιηθεί, υποστηρίζοντας την ανάγκη των απρόσκοπτων διασυνοριακών ροών των δεδομένων προς όφελος της ενίσχυσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας . Στο πλαίσιο αυτό και λαμβάνοντας υπόψη ότι στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που ζούμε η διεθνής συνεργασία είναι ζωτικής σημασίας, έχει νόημα που ανοίγει ο διάλογος για τη διακυβέρνηση των δεδομένων (προσωπικών και βιομηχανικών). Και τούτο διότι τα δεδομένα πλέον είναι αγαθά που συλλέγονται και πωλούνται σε όλο τον κόσμο, τη στιγμή που η αγορά δεδομένων μοιάζει αδιαφανής. Μένει, λοιπόν, να επιβεβαιωθεί πως και τα δύο μέρη, οι δύο εταίροι θα καταφέρουν να ισορροπήσουν σε μια «χρυσή τομή». Εκεί όπου η ρυθμιστική παρέμβαση στη διακυβέρνηση δεδομένων δεν θα στέκεται εμπόδιο στην ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά θα ενισχύει τη διαφάνεια και την εμπιστοσύνη τόσο στην αγορά των δεδομένων όσο και στο ίδιο το Διαδίκτυο