Στην Ελλάδα η επιβράδυνση του κρατικού μηχανισμού κατά την περίοδο των εκλογών έχει σταδιακά αποκτήσει εθιμικό χαρακτήρα. Μάλιστα, η επιμήκυνση της προεκλογικής περιόδου επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τις αρνητικές επιπτώσεις της επιβράδυνσης αυτής στην οικονομία.
Τα παραδείγματα των αρνητικών συνεπειών των διπλών εθνικών εκλογών του 2012 και του 2019 είναι πολύ πρόσφατα και εύγλωττα.
Σήμερα, η προεκλογική περίοδος έχει ουσιαστικά αρχίσει και αναμένεται να διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες, λαμβάνοντας υπόψη το σύστημα της απλής αναλογικής, με το οποίο θα διεξαχθούν την ερχόμενη άνοιξη οι πρώτες εθνικές εκλογές.
Αν ληφθούν, μάλιστα, υπόψη: α) το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, την ανάθεση αρμοδιοτήτων σε υφυπουργούς, την τοποθέτηση γενικών γραμματέων και την απαιτούμενη εξοικείωση του πολιτικού προσωπικού με τις ιδιαιτερότητες κάθε χαρτοφυλακίου, β) η αναπόφευκτη καλοκαιρινή ανάπαυλα του Αυγούστου, καθώς και γ) η πρόσθετη επιβάρυνση από τις περιφερειακές και τοπικές εκλογές που θα ακολουθήσουν σε δύο γύρους τον επόμενο Οκτώβριο, η οικονομία της χώρας κινδυνεύει να βρεθεί στη δίνη μιας παρατεταμένης «εκλογικής χαλάρωσης».
Καθίσταται απαραίτητο, λοιπόν, να καταβληθεί κάθε προσπάθεια ώστε να περιοριστούν σημαντικά, αν όχι να εξαλειφθούν, οι επιπτώσεις στην οικονομία από την αδρανοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης και, κυρίως, οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση των θεσμικών μεταρρυθμίσεων και στην εκτέλεση των δημοσίων έργων, καθώς και στην ανάπτυξη της ιδιωτικής επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας.
Προς τον σκοπό αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν ήδη συντελεστεί σε θεσμικό επίπεδο (Ν.4622/2019 – Επιτελικό Κράτος) και αφορούν στην μεταφορά στην Υπηρεσιακή Διοίκηση ενός μεγάλου μέρους των αποφασιστικών αρμοδιοτήτων του κράτους, όπως των αρμοδιοτήτων έκδοσης ατομικών διοικητικών πράξεων στους Γενικούς Διευθυντές και των αρμοδιοτήτων που αφορούν στην ανάθεση και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων των Υπουργείων στους Υπηρεσιακούς Γραμματείς τους.
Ιδιαίτερη έμφαση, βέβαια, θα πρέπει να δοθεί στην πλήρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων, ύψους άνω των 70 δις €, οι οποίοι έχουν εξασφαλιστεί για την περίοδο 2021-2027 για την χρηματοδότηση, κυρίως, των παρεμβάσεων του ΕΣΠΑ 2021-2027, του ΣΣ ΚΑΠ 2023-2027 και του ΤΑΑ. Μάλιστα, οι πόροι του ΤΑΑ, ύψους 31 δις €, θα πρέπει να απορροφηθούν μέχρι το τέλος του 2026. Κατά συνέπεια, σε όλες τις υπηρεσιακές μονάδες, οι οποίες είναι αρμόδιες για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των σχετικών παρεμβάσεων των ανωτέρω χρηματοδοτικών εργαλείων είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί ένα ορθολογικό πλαίσιο κατανομής αρμοδιοτήτων, εξουσίας και λογοδοσίας, με βάση ένα αυστηρό μίγμα χρονοπρογραμματισμού και στοχοθεσίας, καθώς και τα κατάλληλα κίνητρα που θα διασφαλίσουν την αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα της λειτουργίας τους. Με τον τρόπο αυτό, θα υποστηριχθεί η υλοποίηση των απαραίτητων παρεμβάσεων, με στόχο την αύξηση της απασχόλησης και την ενίσχυση της οικονομίας που θα οδηγήσει στην επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από τη χώρα μας. Σε αντίθετη περίπτωση, υφίσταται κίνδυνος περιορισμού του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση στη μείωση του δημοσίου χρέους, καθώς και την αδυναμία επίτευξης του στόχου για την δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος.
Βασική προϋπόθεση, βέβαια, για την επιτυχία του εγχειρήματος αποτελεί η σαφής και σταθερή δέσμευση στο ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο, καθώς και η διασφάλιση της συναίνεσης όλων των πολιτικών φορέων.