Η συνετή δημοσιονομική διαχείριση προβάλει από την κυβέρνηση ως το βασικότερο όπλο οικονομικής άμυνας, κατευθύνοντας τους πόρους που είναι διαθέσιμοι στον μετριασμό των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης και του αυξημένου πληθωρισμού. Αυτή είναι και η βασική αρχή του Κρατικού Προϋπολογισμού που ψηφίστηκε πριν λίγες μέρες στη Βουλή.

Η τήρηση των δημοσιονομικών στόχων εκτιμάται από το οικονομικό επιτελείο ότι θα αποτελέσει το διαβατήριο για την πρόσβαση στις αγορές, τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας, έτσι ώστε να διατηρηθεί η θετική οικονομική προοπτική της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε το οικονομικό επιτελείο στο πλαίσιο κατάθεσης του Προϋπολογισμού, για το 2022 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 5,6%, σχεδόν διπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου, έναντι 5,3% που είχε προβλεφθεί στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2023, 4,5% που είχε προβλεφθεί στον κρατικό προϋπολογισμό του 2022 και 3,1% που είχε εκτιμηθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2022. Την ίδια στιγμή ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή εκτιμάται ότι θα αυξηθεί κατά 9,7%, εν μέσω διεθνών πληθωριστικών πιέσεων. Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να συρρικνωθεί περαιτέρω και να διαμορφωθεί σε 12,7% έναντι 13,9% που προβλεπόταν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και 14,2% στον προϋπολογισμό του 2022.

Η κυβέρνηση εκτιμά ότι το θετικό αυτό αναπτυξιακό αποτέλεσμα ήρθε ως συνέπεια των δημοσιονομικών μέτρων που έλαβε, ύψους 4,8 δισ. ευρώ, για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, των μέτρων ύψους 4,4 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, αλλά και λόγω μεταρρυθμίσεων όπως είναι η διπλή αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,7% συνολικά μέσα στο 2022, η μόνιμη μείωση του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ), η επέκταση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, η κατάργηση του φόρου γονικών παροχών-δωρεών, η μείωση του τέλους κινητής τηλεφωνίας, η διπλή οικονομική ενίσχυση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η αύξηση του στεγαστικού φοιτητικού επιδόματος, η επέκταση του επιδόματος μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και τα σημαντικά κίνητρα για επέκταση της πλήρους απασχόλησης.

Σύμφωνα πάντα με τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού, για το 2023 ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να αυξηθεί κατά 5%, έναντι 6,1% της Ευρωζώνης και 7,0% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε 1,8%, έναντι μόλις 0,3% που αναμένεται για τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Αναθεώρηση δημοσιονομικών στόχων
Οι δημοσιονομικοί στόχοι που είχαν τεθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, αναφορικά με το πρωτογενές αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης, ήτοι ελλείμματος 2% του ΑΕΠ για το 2022 και πλεονάσματος 1,1% του ΑΕΠ για το 2023, αναθεωρούνται σε έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ για το 2022 και πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ για το 2023. Στα παραπάνω νούμερα για το 2023 έχει συμπεριληφθεί το σύνολο των δημοσιονομικών μέτρων, ύψους 3,1 δισ. ευρώ από εθνικούς πόρους και 1,1 δισ. ευρώ από συγχρηματοδοτούμενους πόρους, που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και επιπλέον 1 δισ. ευρώ για αυξημένες δαπάνες αντιμετώπισης του αυξημένου πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης. Επιπλέον, για το 2023 προβλέπεται η διάθεση πόρων ύψους 8,3 δισ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και 7 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εκ των οποίων 3,6 δισ. ευρώ από το σκέλος των επιχορηγήσεων, στο οποίο έως σήμερα έχουν ενταχθεί 440 έργα και εμβληματικές επενδύσεις ύψους 13,7 δισ. ευρώ.

* Σε εθνικολογιστική βάση
** Εκτιμήσεις/προβλέψεις
Πηγή: Ετήσιοι Εθνικοί Λογαριασμοί (Ελληνική Στατιστική Αρχή), εκτιμήσεις/προβλέψεις Υπουργείου Οικονομικών

«Αχίλλειος πτέρνα» ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας
Ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας προβλέπεται να έχει αρνητική συμβολή στην πραγματική ανάπτυξη το 2023 για δεύτερο χρόνο, κατά 0,8 ποσοστιαίες μονάδες. Η αρνητική συμβολή είναι το αποτέλεσμα της αύξησης των εισαγωγών, και κυρίως των εισαγωγών αγαθών, ο όγκος των οποίων το 2022 και το 2023 αντιστοιχεί κατ’ εκτίμηση στο 59,7% και στο 55,4% της συνολικής αύξησης της ζήτησης έναντι της προ-πανδημικής περιόδου. Από την άλλη πλευρά, το 2023 οι πραγματικές εξαγωγές αγαθών προβλέπεται να αυξηθούν για 14η διαδοχική χρονιά, κατά 2,1% σε ετήσια βάση, παρά τις δυσοίωνες για το διεθνές εμπόριο αναθεωρημένες προβλέψεις της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας οικονομίας.

Από το πραγματικό ισοζύγιο υπηρεσιών προβλέπεται οριακά αρνητική συμβολή στην ανάπτυξη κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα, εν μέσω της επίπτωσης της ενεργειακής κρίσης στους προϋπολογισμούς των ξένων ταξιδιωτών και της περιορισμένης αύξησης του όγκου μεταφορικών υπηρεσιών, εν μέσω πιο υποτονικού διεθνούς εμπορίου. Σε εθνικολογιστικούς όρους, το έλλειμμα του ονομαστικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται να επιδεινωθεί έναντι του 2022 κατά 2,3 δισ. ευρώ, αυξανόμενο ως ποσοστό του ΑΕΠ από 6,8% το 2022 σε 7,4% το 2023. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, η πρόβλεψη για την ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ το 2023 ανέρχεται σε 1,8%, χαμηλότερα έναντι του 2022, αλλά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (0,3% σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).

Ο αντίκτυπος του πληθωρισμού και τα μέτρα του 2023
Η κυβέρνηση εκτιμά ότι ο αντίκτυπος της κρίσης πληθωρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ θα είναι διαχειρίσιμος αν συνυπολογιστούν κάποια δεδομένα, όπως η κατάταξη της Ελλάδας στις πρώτες θέσεις της Ε.Ε. όσον αφορά στην κατανομή, εκταμίευση και απορρόφηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, η συνεχιζόμενη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών έναντι της ενεργειακής ακρίβειας, τα νέα μόνιμα αναπτυξιακά μέτρα από το 2023 και η προϋπάρχουσα της ενεργειακής κρίσης δυναμική της εγχώριας και εξωτερικής ζήτησης.

Στο πλαίσιο αυτό, τα νέα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας από το 2023, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Μάιο του 2023, την αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των ιατρών του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), τη διευθέτηση μισθολογικών αιτημάτων των ενόπλων δυνάμεων, την κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΠΔΥ), την αύξηση του στεγαστικού φοιτητικού επιδόματος, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα, τα σημαντικά κίνητρα για επέκταση της πλήρους απασχόλησης, μέσω της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών και του τέλους επιτηδεύματος, την αναστολή του ΦΠΑ για νέες οικοδομές και το συνολικό πλαίσιο δράσεων στήριξης της στέγασης, με επίκεντρο τη νέα γενιά. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εκτιμά ότι από την άνοιξη του 2023, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να ενδυναμωθεί στη βάση των ως άνω μέτρων και της βαθμιαίας υποχώρησης του ρυθμού αύξησης του δείκτη τιμών. Ωστόσο, η μετακύλιση του ενεργειακού κόστους σε αγαθά και υπηρεσίες για τα οποία οι τιμές τείνουν να αλλάζουν αργά, αναμένεται να διατηρήσει υψηλά τον πληθωρισμό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Ως αποτέλεσμα, ο ρυθμός πληθωρισμού το 2023 προβλέπεται ηπιότερος έναντι του 2022, αλλά αυξημένος έναντι των προβλέψεων του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2023 (από 3% σε 5%). Σημειώνεται ότι σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί το 2023, κατά μέσο όρο, σε 7,0% στην Ε.Ε. και 6,1% στην Ευρωζώνη.

Η προσήλωση στην υλοποίηση απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης αναμένεται να φέρει αύξηση της ετήσιας συμβολής του στην ανάπτυξη κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες το 2023. Η ανωτέρω υλοποίηση προβλέπεται ότι θα αποτελέσει τον κύριο μοχλό επενδύσεων του 2023, των οποίων ο όγκος προβλέπεται κατά 15,5% υψηλότερος έναντι του 2022, και τον σημαντικό παράγοντα στήριξης της ανθεκτικότητας της αγοράς εργασίας που θα συντελέσει στη μείωση της ανεργίας κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα του εργατικού δυναμικού, σε ποσοστό 12,6%, Η μικρή αυτή βελτίωση κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα του ποσοστού ανεργίας οφείλεται τόσο στη μείωση της εξωτερικής ζήτησης, όσο και στο αυξημένο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Πάντως, η συνολική απασχόληση προβλέπεται ανθεκτική το 2023, αυξανόμενη κατά 0,2% ή 9.000 θέσεις εργασίας.

Ο ρυθμός αύξησης της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης εκτιμάται σε 1,0% έναντι του 2022, ελαφρώς μειωμένος έναντι των προβλέψεων του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2023. Αιτία της αναθεώρησης είναι οι προς τα πάνω αναθεωρήσεις μεγεθών όπως ο πληθωρισμός, η μισθολογική δαπάνη στην οικονομία και η εθνικολογιστική αποταμίευση των νοικοκυριών την περίοδο 2020-2021, βάσει των αναθεωρημένων ετήσιων στοιχείων Εθνικών Λογαριασμών. Η κατανάλωση της Γενικής Κυβέρνησης το 2023 αναμένεται να παραμείνει πάνω από το προ-πανδημίας επίπεδο, ωστόσο ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της το 2023 εκτιμάται αρνητικός κατά 1,5%, εν μέσω της σταδιακής προσαρμογής στους μεσοπρόθεσμους στόχους της δημοσιονομικής πολιτικής.

Ταμείο Ανάκαμψης: 41 δανειακές συμβάσεις για επενδυτικά σχέδια ύψους 1,8 δισ. ευρώ
Όσον αφορά στο Ταμείο Ανάκαμψης, η μεγάλη αγωνία της κυβέρνησης είναι πλέον η απαρέγκλιτη τήρηση των αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων για τα εγκεκριμένα έργα και επενδύσεις, δεδομένου ότι η παραμικρή καθυστέρηση ισοδυναμεί με την ακύρωσή τους, κάτι που θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφικό για την ελληνική οικονομία, ειδικά στην παρούσα φάση. Στο πλαίσιο αυτό, ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, απέστειλε στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, τα στοιχεία για το σύνολο των δανειακών συμβάσεων που υπογράφηκαν έως την 31η.10.2022, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0». Ειδικότερα, πρόκειται για 41 συμβάσεις, οι οποίες αφορούν στο δανειακό σκέλος του Ταμείου Ανάκαμψης (ΤΑΑ). Ο συνολικός προϋπολογισμός των ισάριθμων επενδυτικών σχεδίων που έχουν κατατεθεί στο Πρόγραμμα διαμορφώνεται σε 1,8 δισ. ευρώ. Από αυτό το ποσό, 824,4 εκατ. ευρώ αντιστοιχούν σε δάνεια ΤΑΑ, 549,4 εκατ. ευρώ προέρχονται από εμπορικές τράπεζες και τα υπόλοιπα 439 εκατ. ευρώ είναι ίδια συμμετοχή των επενδυτών. Το μεσοσταθμικό επιτόκιο των παραπάνω δανειακών συμβάσεων που έχουν υπογραφεί διαμορφώνεται σε 1,1% και η μέση διάρκεια αποπληρωμής των δανείων στα 11 χρόνια.

Τα περισσότερα από τα επενδυτικά σχέδια (43%) που έχουν συμβασιοποιηθεί εμπίπτουν στον πυλώνα «Πράσινη μετάβαση» του Εθνικού Σχεδίου, ενώ τα υπόλοιπα (57%) εντάσσονται σε κάποιον από τους πυλώνες: «Εξωστρέφεια», «Ψηφιακός μετασχηματισμός» και «Καινοτομία, Έρευνα & Ανάπτυξη». Μάλιστα, μερικά από τα 41 σχέδια σχετίζονται με περισσότερους του ενός πυλώνες. Η δε συνεισφορά των δανειακών συμβάσεων στον κλιματικό στόχο και ψηφιακό στόχο του Εθνικού Σχεδίου ανέρχεται στο 36% και 28%, αντίστοιχα. Συνολικά, στο «Ελλάδα 2.0» έχουν υποβληθεί, προς το παρόν, 210 επενδυτικά σχέδια, τα οποία βρίσκονται σε διάφορα στάδια που προβλέπει το Πρόγραμμα (π.χ. αξιολόγηση, προ-έγκριση, έγκριση, συμβασιοποίηση). Ο προϋπολογισμός αυτών, ανέρχεται σε 8,22 δισ. ευρώ (3,48 δισ. ευρώ δάνεια ΤΑΑ, 2,74 δισ. ευρώ κεφάλαια τραπεζών και 2 δισ. ευρώ ίδια συμμετοχή). Μάλιστα από τα 210 επενδυτικά σχέδια 112, συνολικού ύψους 1,73 δισ. ευρώ, προέρχονται από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Οι επενδυτικές προτάσεις που έχουν κατατεθεί αφορούν σε διαφορετικούς κλάδους της οικονομίας, π.χ. υπηρεσίες, μεταφορές, τουρισμός, μεταποίηση, ενέργεια, εμπόριο και κατασκευές.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι στο δανειοδοτικό σκέλος του «Ελλάδα 2.0» συμμετέχουν τα εξής πιστωτικά ιδρύματα: Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ), Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank, Eurobank, Optima Bank, και Παγκρήτια Τράπεζα.

Ε.Ε.: Θετική προκαταρκτική αξιολόγηση για το 2ο αίτημα πληρωμής
Μια ακόμα θετική εξέλιξη που αφορά στην πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης στη χώρα μας είναι το γεγονός ότι τις προηγούμενες μέρες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε θετική προκαταρκτική αξιολόγηση για το δεύτερο αίτημα πληρωμής από το Ταμείο, που υπέβαλε η Ελλάδα. Το αίτημα πληρωμής ύψους 3,6 δισ. ευρώ (επιδοτήσεις: 1,72 δισ. ευρώ και δάνεια: 1,84 δισ. ευρώ) κατατέθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των 28 προβλεπόμενων οροσήμων. Συγκεκριμένα, υποβλήθηκε ένα ενιαίο αίτημα, διότι τρία ορόσημα από το πρόγραμμα των δανείων εκπληρώθηκαν νωρίτερα από ό,τι προέβλεπε ο αρχικός σχεδιασμός.

Η Ελλάδα ήταν μέσα στις πέντε πρώτες χώρες που υπέβαλαν αίτημα εκταμίευσης της δεύτερης πληρωμής από το ΤΑΑ. Μάλιστα, ήταν η πρώτη που κατέθεσε αίτημα για την τρίτη πληρωμή (πρόγραμμα δανείων).

Σημειώνεται πως η πρώτη πληρωμή, ύψους επίσης 3,6 δισ. ευρώ, εκταμιεύτηκε στις 8 Απριλίου του 2022, ενώ νωρίτερα, στις 9 Αυγούστου του 2021 εκταμιεύτηκε η προχρηματοδότηση, που αντιστοιχεί στο 13% (3,96 δισ. ευρώ) των χρημάτων που αναλογούν στην Ελλάδα από το ΤΑΑ. Στα διαδικαστικά, η Κομισιόν απέστειλε την αξιολόγηση για το ελληνικό αίτημα στην Οικονομική και Νομισματική Επιτροπή (EFC), αιτούμενη τη γνωμοδότησή της, εντός τεσσάρων εβδομάδων, όπως ορίζει ο σχετικός Κανονισμός. Θα ακολουθήσει η έκδοση της τελικής της απόφασης, για την εκταμίευση των 3,6 δισ. ευρώ, αφού ληφθεί υπόψη η σχετική εισήγηση της EFC.

1η Έκθεση Μεταπρογραμματικής Εποπτείας για την Ελλάδα
H δημοσιοποίηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της 1ης Έκθεσης Μεταπρογραμματικής Εποπτείας για την Ελλάδα εντάσσεται στις σημαντικές εξελίξεις των προηγούμενων ημερών.
Η Έκθεση προβλέπει μεταξύ άλλων ότι παρά τις μεγάλες εξωτερικές προκλήσεις, το επίπεδο απασχόλησης θα συνεχίσει να αυξάνεται φέτος και τα επόμενα δύο χρόνια, ενώ το ίδιο προβλέπεται και για το επίπεδο διεθνούς ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας.

Σύμφωνα με την κυβέρνηση, η Έκθεση αναδεικνύει παράλληλα την πρόβλεψη για σημαντική βελτίωση των δημοσίων οικονομικών την περίοδο 2022-2024 και επισημαίνει την ταχεία αποκλιμάκωση του δημοσίου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά την ίδια περίοδο. Την ίδια στιγμή, το οικονομικό επιτελείο εκτιμά ότι επιβεβαιώνει τη συνεχιζόμενη βελτίωση των επιδόσεων του τραπεζικού τομέα και τη συνακόλουθη επέκταση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.

Πέρα από τα παραπάνω ωστόσο, η έκθεση περιγράφει τη σταθερή παρουσία της Ελλάδας στις αγορές κρατικών ομολόγων, με σταθερό, τους τελευταίους μήνες, περιθώριο αποδόσεων, παρά τις αναταράξεις και αυξήσεις επιτοκίων στις διεθνείς αγορές. Ως αποτέλεσμα, η χώρα μας διατηρεί υψηλό απόθεμα ταμειακών διαθεσίμων.

Συνολικά, η Έκθεση διαπιστώνει ότι η Ελλάδα μπορεί απρόσκοπτα να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος της. Τέλος, η Έκθεση συμπεραίνει ότι η χώρα έχει επιτύχει, παρά τις δυσμενείς διεθνείς συνθήκες, μια σειρά από στόχους που είχαν τεθεί, σε τομείς όπως η δημοσιονομική και διαρθρωτική πολιτική, η φορολογική διοίκηση, η δικαιοσύνη, οι μεταρρυθμίσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, το κτηματολόγιο και οι ιδιωτικοποιήσεις.

Η κυβέρνηση εκτιμά ότι οι διαπιστώσεις αυτές μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για αποφάσεις του Eurogroup σχετικές με την εφαρμογή συμπεφωνημένων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.

Αυτά περιλαμβάνουν την αποδέσμευση της όγδοης και τελευταίας δόσης από τα κέρδη των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών από αγορά ελληνικών ομολόγων (τα γνωστά ANFA/SMPs), η οποία – σημειωτέον – εκκρεμούσε από το πρώτο εξάμηνο του 2019, τον μηδενισμό, για το δεύτερο εξάμηνο του 2022, του επιπρόσθετου περιθωρίου (step-up margin), η ενσωμάτωση του οποίου προβλέπεται στο επιτόκιο δανείων που έχει παραχωρήσει ο EFSF στην Ελλάδα, και – για πρώτη φορά – τη μόνιμη μείωση του περιθωρίου αυτού σε μηδενική τιμή για την περίοδο 2023-2049.