Παρά την πίεση της πανδημίας, τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας δείχνουν να βελτιώνονται, δημιουργώντας μια θετική προδιάθεση για την πορεία της το 2022, όπως τουλάχιστον αποτυπώνεται τόσο από τα στοιχεία του Κρατικού Προϋπολογισμού, όσο και στα στοιχεία των ευρωπαϊκών θεσμών.

Πριν λίγες μόλις μέρες το Eurogroup συζήτησε και αξιολόγησε θετικά την πορεία της ελληνικής οικονομίας, μέσα από την 12η Έκθεση Ενισχυμένης Εποπτείας, αποφασίζοντας παράλληλα την εκταμίευση του 6ου πακέτου μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, ύψους 767 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, το Eurogroup εξέφρασε την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Ελλάδας να προχωρήσει το 2022 στις πρόωρες αποπληρωμές των δανείων προς το ΔΝΤ, καθώς και σημαντικού ποσού από τα διμερή δάνεια προς τις χώρες της Ευρωζώνης, τα οποία συνάφθηκαν το 2010, στο πλαίσιο του πρώτου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Το κλίμα ήρθε να βελτιώσει ακόμα περισσότερο η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, η οποία δείχνει ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε, το 3ο τρίμηνο του 2021, κατά 13,4% σε ετήσια βάση, με αποτέλεσμα ο ρυθμός μεγέθυνσης για το 9μηνο να υπερβαίνει το 9,3%. Την ίδια περίοδο, ο μέσος όρος της ευρωζώνης διαμορφώθηκε πολύ χαμηλότερα, στο 3,9% το 3ο τρίμηνο και στο 5,7% το 9μηνο του 2021.

Σε καθαρά νούμερα, το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στα 46,4 δισ. ευρώ το 3ο τρίμηνο του 2021, η υψηλότερη εγχώρια επίδοση την τελευταία δεκαετία. Κάπως έτσι διαμορφώνεται κλίμα ανάπτυξης για το 2022, μετά την ανάκαμψη της οικονομίας το 2021. Μάλιστα, η ελληνική οικονομία φαίνεται να καλύπτει το 2021 τα 2/3 του απολεσθέντος εγχώριου προϊόντος, σηματοδοτώντας ότι το 2022 όχι μόνο αναμένεται να αποκατασταθεί το επίπεδο του εγχώριου προϊόντος του 2019, αλλά αυτό να αυξηθεί περαιτέρω, κατά 1,7%. Όλα αυτά βέβαια υπό τις όποιες διαφοροποιήσεις μπορεί να επιφέρει η εξέλιξη της πανδημίας, η οποία ωστόσο δεν πρόκειται σύμφωνα με την κυβέρνηση, να οδηγήσει εκ νέου σε κλείσιμο την οικονομία, αφού το lockdown απορρίπτεται μετ’ επιτάσεως από την ίδια, σε κάθε ευκαιρία δημόσιου διαλόγου.

Τι προβλέπει ο Προϋπολογισμός
Μια πιο ξεκάθαρη εικόνα για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δίνει ο Προϋπολογισμός του 2022, ο οποίος σε αντιδιαστολή με τον περυσινό Προϋπολογισμό ο οποίος επικεντρωνόταν στην αποτελεσματική διαχείριση της πανδημίας, «σηματοδοτεί την υπέρβαση της υγειονομικής κρίσης και καταγράφει τη μετάβαση της οικονομίας από την ισχυρή ανάκαμψη του 2021, στην υψηλή και διατηρήσιμη ανάπτυξη του 2022, μέσα από ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό, καινοτόμο, δίκαιο, έξυπνο, πράσινο και ψηφιακό παραγωγικό μοντέλο», όπως δήλωσε στη Βουλή ο Υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας. Ωστόσο, το αποτύπωμα της πανδημίας και στον νέο Προϋπολογισμό εξακολουθεί να παραμένει ισχυρό – άλλωστε δυστυχώς, δεν μας έχει εγκαταλείψει ακόμα. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η συνολική αξία των παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας ανέρχεται στα 43,3 δισ. ευρώ την περίοδο 2020-2022. Πρόκειται για το 3ο μεγαλύτερο πακέτο μέτρων στήριξης – ως ποσοστό του ΑΕΠ – στην ευρωζώνη, και το 4ο παγκοσμίως, σύμφωνα με πρόσφατη Έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.

Παρά το ότι ο Προϋπολογισμός του 2022 καταρτίζεται, για δεύτερο συνεχόμενο έτος, υπό το καθεστώς της αβεβαιότητας που προκαλεί η παγκόσμια υγειονομική κρίση και μολονότι οι τρέχουσες διεθνείς εξελίξεις στις τιμές αποτελούν πρόσθετο παράγοντα αβεβαιότητας, έχουν ήδη καταγραφεί τα πρώτα θετικά μακροοικονομικά αποτελέσματα, μετά τη σταδιακή υποχώρηση των άμεσων οικονομικών επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης και το σταδιακό άνοιγμα της οικονομίας. Έτσι, ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2021 αναθεωρείται σημαντικά προς τα πάνω, από 3,6% που προβλεπόταν στο ΜΠΔΣ 2022-2025 και 6,1% στο προσχέδιο Προϋπολογισμού 2022, σε 6,9%.

Αυτό σύμφωνα τουλάχιστον με την κυβέρνηση, σηματοδοτεί ότι σε σχέση με την ύφεση ύψους 9 % που παρατηρήθηκε το 2020, η οικονομία έχει ήδη καλύψει άνω των δύο τρίτων του απολεσθέντος εγχώριου προϊόντος, εντός μάλιστα ενός έτους που κατά το πρώτο εξάμηνο υπήρχαν ακόμη σε ισχύ σημαντικά περιοριστικά μέτρα στην άσκηση της οικονομικής δραστηριότητας. Επιπλέον, η σωρευτική ανάπτυξη των ετών 2021-2022 αυξάνεται στο 11,7%, 1,6% υψηλότερα σε σχέση με τις προβλέψεις στο ΜΠΔΣ 2022-2025, σηματοδοτώντας ότι κατά το 2022 όχι μόνο αναμένεται να αποκατασταθεί το επίπεδο του εγχώριου προϊόντος του 2019, αλλά αυτό να αυξηθεί περαιτέρω, κατά 1,7%. Χαρακτηριστικό και δομικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης δε, που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη, είναι η σημαντική μείωση του ποσοστού ανεργίας, από 16,5% τον Σεπτέμβριο του 2020, σε 13% τον Σεπτέμβριο του 2021.

Παράλληλα, ο Προϋπολογισμός του 2022 εισάγει μια σειρά καινοτομιών που αποσκοπούν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας του κράτους, στη βάση δεικτών επίδοσης, στον έλεγχο των δαπανών και εσόδων και στην αύξηση της διαθέσιμης πληροφόρησης και διαφάνειας. Έτσι, παρουσιάζεται – για πρώτη φορά – Προϋπολογισμός Επιδόσεων για όλους τους Φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, ενώ εμφανίζονται δείκτες μέτρησης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος συγκεκριμένων πολιτικών. Τέλος, παρουσιάζεται και η Λειτουργική Ταξινόμηση των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης.

Αύξηση 4,5% του ΑΕΠ το 2022
Με βάση όλα τα μέχρι σήμερα δεδομένα, το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας προβλέπεται να αυξηθεί το 2022 κατά 4,5% έναντι του 2021, με κινητήριους μοχλούς τον διατηρούμενο υψηλό ρυθμό αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης (3,0% σε ετήσια βάση), τη σημαντική ώθηση των επενδύσεων κατά 21,9% και την περαιτέρω ανάκαμψη των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 21%, εν μέσω ανόδου του εξωτερικού τουρισμού. Η αύξηση της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης το 2022 αναμένεται να στηριχθεί, πέρα από τη χρήση των συσσωρευμένων αποταμιεύσεων, στην αύξηση της απασχόλησης κατά 2,6%, με το 83,3% των νέων θέσεων εργασίας να αφορά θέσεις μισθωτής απασχόλησης, αλλά και στην αύξηση του ονομαστικού μέσου μισθού κατά 1,1%. Από τις εκτιμήσεις αυτές προκύπτει ώθηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας κατά 4,1% πάνω από το επίπεδο του 2021. Ο ρυθμός πληθωρισμού αναμένεται μετριοπαθώς θετικός στο σύνολο του 2022 (0,8%), καθώς οι πληθωριστικές τάσεις του 2021 αναμένεται να αρχίσουν να υποχωρούν κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου του 2022, επιτρέποντας όφελος σε όρους πραγματικού μέσου μισθού κατά 0,2% έναντι του 2021 στο σύνολο του έτους.

Αυξημένες δαπάνες σε υγεία και κοινωνική πολιτική
Όσον αφορά στο κρίσιμο πεδίο της Υγείας – το οποίο αποτέλεσε πεδίο έντονης πολιτικής αντιπαράθεσης κυβέρνησης – αξιωματικής αντιπολίτευσης τις προηγούμενες μέρες -, οι δημόσιες δαπάνες θα είναι αυξημένες το 2022, τόσο έναντι του 2021, όσο και του 2019. Πιο συγκεκριμένα, οι συνολικές δαπάνες για την υγεία διαμορφώνονται στα 11,7 δισ. ευρώ για το 2022, ή στο 6,3% του ΑΕΠ, πολύ κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ενώ επίσης, οι προσλήψεις στον τομέα της Υγείας θα καλύψουν το 29% των συνολικών διορισμών, εκτιμώνται συνεπώς περίπου στις 6.000 προσλήψεις. Πιο συγκεκριμένα:

  1. Οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία είναι αυξημένες το 2022, τόσο έναντι του 2021 όσο και του 2019, φθάνοντας συνολικά σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης το 2022 στο 6,3% του ΑΕΠ. Οι τακτικές δαπάνες για το Υπουργείο Υγείας, χωρίς τις έκτακτες δαπάνες Covid, ανέρχονται σε 4,52 δισ. ευρώ το 2022 έναντι 4,27 δισ. ευρώ το 2021, αυξημένες δηλαδή κατά 250 εκατ. ευρώ. Για το 2021 πραγματοποιήθηκαν δαπάνες Covid από το Υπουργείο Υγείας, επιπλέον των ανωτέρω, 944 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2022 έχουν προβλεφθεί πιστώσεις Covid για την Υγεία 736 εκατ. ευρώ. Συνεπώς, οι συνολικές δαπάνες αναμένεται να ανέλθουν σε 5.257 εκατ. ευρώ το 2022, έναντι 5.217 εκατ. ευρώ το 2021, αυξημένες κατά 40 εκατ. ευρώ. Τα έσοδα των νοσοκομείων, σε δημοσιονομική βάση, ανέρχονται σε 2.689 εκατ. ευρώ το 2022, έναντι 2.675 εκατ. ευρώ το 2021, και αυτό χωρίς τις επιπλέον πιστώσεις για την υγεία που έχουν προβλεφθεί στο ειδικό αποθεματικό.
  2. Οι τακτικές κοινωνικές δαπάνες, χωρίς τις έκτακτες δαπάνες Covid, που ήταν συνδεδεμένες με τα διαδοχικά lockdown, είναι επίσης αυξημένες το 2022. Σύμφωνα με τον κοινωνικό προϋπολογισμό, η δαπάνη των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αυξάνεται κατά 759 εκατ. ευρώ, από τα 43,29 δισ. ευρώ το 2021 σε 44,05 δισ. ευρώ το 2022, ενώ οι τακτικές δαπάνες του ΟΠΕΚΑ (εξαιρουμένων των δαπανών Covid, πρόγραμμα “Γέφυρα”), αυξάνονται κατά 155 εκατ. ευρώ.
  3. Μέτρα προστασίας των νοικοκυριών από τις ανατιμήσεις έχουν ήδη ληφθεί (μειώσεις φόρων, έκτακτη βοήθεια στους δικαιούχους του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, ενισχύσεις στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για τους λογαριασμούς ρεύματος, διπλασιασμός του επιδόματος θέρμανσης κ.λπ.) και η κυβέρνηση τονίζει ότι θα συνεχίσει να τα λαμβάνει ανάλογα με την εξέλιξη του φαινομένου.
  4. Τα φορολογικά έσοδα αυξάνονται λόγω της δυναμικής ανάκαμψης που περιλαμβάνεται στο μακροοικονομικό σενάριο. Με βάση τα οικονομικά δεδομένα, όταν αυξάνεται το ΑΕΠ, αυξάνονται καταρχάς οι έμμεσοι φόροι και με χρονική υστέρηση οι άμεσοι φόροι.

Ταμειακά διαθέσιμα 39 – 40 δις. ευρώ
Μια ακόμα παράμετρος που αποτυπώνει την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι το γεγονός ότι τα ταμειακά διαθέσιμα παραμένουν σε ασφαλή επίπεδα (περίπου 39-40 δισ. ευρώ), ενώ η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης με τη βοήθεια των πρόσθετων πόρων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», περιορίζει καθοριστικά τις μακροχρόνιες δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, και διασφαλίζει την πορεία αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους, ως ποσοστού του ΑΕΠ, στα αμέσως επόμενα χρόνια. Το γεγονός ότι υπάρχουν ωστόσο υψηλά ταμειακά διαθέσιμα ωστόσο δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε επιπλέον παροχές, δεδομένου του ελλείμματος της οικονομίας, που παραμένει υψηλό, αλλά και των μεγάλων δανειακών υποχρεώσεων που έχει η χώρα.

Άλλωστε, όπως έχει δηλώσει και ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, κοινωνικό μέρισμα δεν μπορεί μια οικονομία να δίνει ενώ έχει έλλειμμα. Μάλιστα, σύμφωνα με τον ίδιο, τα προσεχή χρόνια η χώρα θα πρέπει να ακολουθεί μια συνετή δημοσιονομική πολιτική, δεδομένου ότι από το 2023 ενδέχεται να επανέλθει το Σύμφωνο Σταθερότητας, το οποίο απαιτεί δημοσιονομική πειθαρχία και την παραγωγή πλεονασμάτων. Όσο κι αν έχει ήδη ξεκινήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μια συζήτηση περί διατήρησης της ρήτρας διαφυγής και το 2023, οι κανόνες κάποια στιγμή θα επανέλθουν και η Ελλάδα δεν θα πρέπει να υπολείπεται πολύ από τους στόχους. Σταδιακά δε, το χρέος της χώρας θα περάσει από τις χώρες-μέλη που το κατέχουν αυτή τη στιγμή, στις αγορές, από τις οποίες θα πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να δανειζόμαστε και μάλιστα με ευνοϊκά επιτόκια. Και για να συμβεί αυτό, η δημοσιονομική τάξη είναι απαραίτητη.

Επενδύσεις-ρεκόρ δεκαετίας
Μετά από πολλά χρόνια που οι επενδύσεις στη χώρα μας κυμαίνονταν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, πολύ κάτω από τους μέσους όρους των άλλων χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την περίοδο 2020-2021 εμφανίζεται μια πραγματική ανατροπή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για το 3ο τρίμηνο του 2021 η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε αύξηση 18,1% των επενδύσεων σε σχέση με το 2020 και 9% των εξαγωγών αγαθών. Το 2022 προβλέπεται να δαπανηθούν συνολικά μέσω του ΠΔΕ μαζί και με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης 11 δισ. ευρώ: 7,8 δισ. ευρώ από το εθνικό και το συγχρηματοδοτούμενο και 3,2 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτό σημαίνει 11 δισ. ευρώ δημόσιες επενδύσεις που δεν είχαν υπάρξει ποτέ τα τελευταία δέκα χρόνια, μαζί φυσικά με τα χρήματα των δανείων που είναι πρόσθετα του Ταμείου Ανάκαμψης που πάνε αποκλειστικά για ιδιωτικές επενδύσεις.