Mε την ευκαιρία παρουσίασης του τεύχους με τίτλο «Διοικώντας υπό το βάρος της ευθύνης», πραγματοποιήθηκε διαδικτυακή εκδήλωση από τον ΣΕΒ, με ομιλητές τους διακεκριμένους συγγραφείς που συνεισφέρουν στο εν λόγω τεύχος. Η έκδοση του συγκεκριμένου τεύχους αποτελεί μέρος της προσπάθειας του ΣΕΒ να χαρτογραφήσει τις ευθύνες που βαρύνουν τους διοικητές επιχειρήσεων. Η άσκηση αυτή έχει στόχο να εντοπίσει σημεία στα οποία το παρόν πλαίσιο δε διασφαλίζει την απόδοση ευθυνών εκεί που υπάρχουν και με τρόπο αναλογικό. Αυτό, όταν συμβαίνει, λειτουργεί ως αντικίνητρο σε επιμελείς και έντιμους διοικητές να αναλάβουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και θέσεις ευθύνης, ενώ την ίδια ώρα αναδεικνύεται σε αποτελεσματικό εργαλείο στα χέρια μη έντιμων και μη επιμελών, που απεμπολούν τις δικές τους ευθύνες.

Το τεύχος προχώρησε σε μια ανάλυση της υφιστάμενης νομοθεσίας στα πεδία του εταιρικού δικαίου, του δικαίου ανταγωνισμού, του νέου πλαισίου για την εταιρική διακυβέρνηση, του φορολογικού δικαίου, του νέου πλαισίου για τη δεύτερη ευκαιρία, του εργατικού δικαίου και των θεμάτων προσωπικών δεδομένων. Τα συμπεράσματα του τεύχους συζητήθηκαν εκτενώς στην εκδήλωση και αναδείχθηκαν ορισμένες πρακτικές που πρέπει να ακολουθούν οι διοικητές των επιχειρήσεων αλλά και ορισμένα σημεία στα οποία υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.

Τονίστηκε καταρχήν η ανάγκη για ένα στέλεχος της διοίκησης να χαρτογραφήσει προσεκτικά τις υποχρεώσεις, τα καθήκοντα και τις ευθύνες που αναλαμβάνει, ώστε να έχει γνώση αυτών και, δυνητικά, να ζητήσει και προστασία με κατάλληλο ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Άλλωστε, η παραπάνω γνώση είναι μια ελάχιστη ένδειξη επιμέλειας εκ μέρους του στελέχους. Μάλιστα, με αφορμή το νέο πλαίσιο για τα προσωπικά δεδομένα υπογραμμίστηκε η ανάγκη για τα στελέχη της διοίκησης να διασφαλίζουν την ύπαρξη μηχανισμών και διαδικασιών που επιτρέπουν την παρακολούθηση των υποχρεώσεων που πρέπει να τηρούνται αλλά και την πλήρη ιχνηλάτηση και τεκμηρίωση στην περίπτωση των πραγματικών γεγονότων, για την πιθανή απόδοση ευθυνών προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ένα θέμα που αναδείχθηκε με αφορμή το νέο πλαίσιο περί εταιρικής διακυβέρνησης είναι η ανάγκη, ειδικά στην παρούσα φάση κατά την οποία οι επιχειρήσεις καλούνται να υλοποιήσουν έναν ταχύ μετασχηματισμό στην κατεύθυνση της βιώσιμης και υπεύθυνης ανάπτυξης, το πλαίσιο να έχει και έναν παιδευτικό και όχι μόνο τιμωριτικό προσανατολισμό. Συνεπώς, μια πρόβλεψη για συστάσεις βελτίωσης, για ήσσονος σημασίας θέματα, πριν την επιβολή κυρώσεων, θα ήταν λειτουργική και ευπρόσδεκτη όχι μόνο στο συγκεκριμένο πλαίσιο αλλά και γενικά σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Στα ζητήματα του δικαίου ανταγωνισμού καταγράφηκε πως ασυντόνιστες διατάξεις μπορεί να αποδειχθούν αντιπαραγωγικές. Συγκεκριμένα, ο τρόπος με τον οποίο ο Νόμος προβλέπει τη μείωση της προσωπικής ευθύνης του στελέχους που συνεργάζεται για την αποκάλυψη αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών, την ίδια ώρα που παραμένει στο ακέραιο η αλληλέγγυα εις ολόκληρο ευθύνη του για τις ποινές που επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο, ακυρώνει, στην πράξη, το κίνητρο συνεργασίας που επιθυμούσε να εισάγει ο νομοθέτης.

Τονίστηκαν, στη συνέχεια, οι ιδιαίτερα σημαντικές βελτιώσεις στο πεδίο της αλληλέγγυας ευθύνης στο φορολογικό και το πτωχευτικό δίκαιο. Καταρχάς, μια σημαντική βελτίωση είναι η πρόβλεψη το στέλεχος να ευθύνεται μόνο για πεπραγμένα κατά τη θητεία του. Επίσης, τα δύο πλαίσια αλληλοσυμπληρώνονται, από τη μία, με την εισαγωγή συγκεκριμένων προϋποθέσεων υπό τις οποίες τελικά το στέλεχος δε βαρύνεται από την ευθύνη για την περίπτωση φερέγγυας επιχείρησης η οποία δεν καταβάλλει φορολογικές οφειλές και, αφετέρου, για την περίπτωση που η διοίκηση συνεργάζεται για την εξυγίανση ή πτώχευση της, στο ενδεχόμενο αφερέγγυας επιχείρησης. Παρατηρήθηκε όμως ότι συνεχίζει να ισχύει η αντικειμενική ευθύνη στην περίπτωση των οφειλών προς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης. Συνεπώς προτείνεται η εναρμόνιση στο σημείο αυτό με τις βελτιωμένες προβλέψεις της φορολογικής νομοθεσίας.

Η βελτίωση των σημείων αυτών κρίνεται αναγκαία, ειδικά υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην Ευρώπη, με την εισαγωγή νέων υποχρεώσεων διαφάνειας και επιμέλειας στις διοικήσεις για την εξυπηρέτηση των στόχων ESG. Ο συνδυασμός συνεπώς των νέων ευρωπαϊκών προβλέψεων και της ενωσιακής νομοθεσίας θα πρέπει, σε συνδυασμό με το εθνικό πλαίσιο, να διασφαλίζει τα επαρκή κίνητρα για τον απαραίτητο μετασχηματισμό. Ταυτόχρονα, πρέπει να επιτρέπει στις διοικήσεις να αναλάβουν τα επιχειρηματικά ρίσκα που απαιτεί ο μετασχηματισμός, χωρίς να ανησυχούν ότι θα βρεθούν οι ίδιοι υπόλογοι προσωπικά και με την περιουσία τους παρά την επιμέλεια και ειλικρίνεια τους.

Του Μιχάλη Μητσόπουλου, Διευθυντή Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών ΣΕΒ