Η επιβράδυνση της πορείας του πληθωρισμού, η αντίστροφη μέτρηση για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς και το τελευταίο πριν τις εκλογές, πακέτο μέτρων ενίσχυσης της κοινωνίας, με 7 σημαντικές παρεμβάσεις, προϋπολογισμού 800 εκατ. ευρώ, αποτέλεσαν τις σημαντικότερες εξελίξεις για την ελληνική οικονομία τον προηγούμενο μήνα.

Η τραγωδία των Τεμπών ήρθε να “τραβήξει” – και δικαίως – την προσοχή από τις οικονομικές εξελίξεις, οι οποίες ωστόσο εν αναμονή της προκήρυξης των εκλογών, εξακολουθούν να έχουν την πρέπουσα δυναμική ώστε να διατηρήσουν τον αναπτυξιακό ρυθμό που είναι τόσο απαραίτητος για τη χώρα. Ξεκινώντας από τον πληθωρισμό, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, επιβραδύνθηκε τον Φεβρουάριο στο 6,5% από 7,3% που ήταν τον Ιανουάριο και 7% που ήταν σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ. Ο πληθωρισμός διατήρησε έτσι την τάση υποχώρησης που επιδεικνύει από το Οκτώβριο του 2022 – λόγω της επιβράδυνσης στις αυξήσεις των τιμών ενέργειας. Αντίθετα ο πληθωρισμός στην κατηγορία “διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά” διατηρεί μια σαφώς ανοδική πορεία, φτάνοντας τον Ιανουάριο στο 15,4%. Ο δομικός πληθωρισμός κινήθηκε εκ νέου ανοδικά, φτάνοντας τον Ιανουάριο στο 6,0% (από 5,2% τον Δεκέμβριο του 2022).

Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 8,5% τον Φεβρουάριο, από 8,6% τον Ιανουάριο και από 9,2% τον Δεκέμβριο, υποχωρώντας ωστόσο λιγότερο του αναμενόμενου – οι προβλέψεις έκαναν λόγο για 8,2% – ενισχύοντας τις εκτιμήσεις που θέλουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συνεχίσει να ανεβάζει τα επιτόκια με γρήγορο ρυθμό. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έρχονται από τις Βρυξέλλες, οι ισχυρές οικονομίες της Ευρωζώνης προγραμματίζουν την επιπλέον αύξηση των επιτοκίων κατά μισή μονάδα με στόχο τον έλεγχο του πληθωρισμού, κίνηση ωστόσο που μάλλον δεν αρκεί από μόνη της για να φέρει το ποθητό αποτέλεσμα της συγκράτησης των τιμών. Εστιάζοντας σε πιο συγκεκριμένα στοιχεία, οι κύριες συνιστώσες του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός αναμένεται να έχουν τη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση τον Φεβρουάριο (15,0%, έναντι 14,1% τον Ιανουάριο). Ακολουθούν η ενέργεια (13,7%, έναντι 18,9% τον Ιανουάριο), τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά (6,8%, έναντι 6,7% τον Ιανουάριο) και οι υπηρεσίες (4,8%, έναντι 4,4% τον Ιανουάριο).
“Winter 2023 Economic Forecast”:

Στην Ελλάδα ο υψηλότερος ρυθμός ανάπτυξης
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεσή της “Winter 2023 Economic Forecast”, προβλέπει ότι η Ελλάδα το 2023-2024 θα διατηρήσει ρυθμό ανάπτυξης μεγαλύτερο αυτού της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., ενώ ταυτόχρονα αναθεωρεί οριακά προς τα πάνω τις προβλέψεις στο 1,2% το 2023 και στο 2,2% το 2024. Επίσης αναθεωρεί προς τα κάτω την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό του 2023 στο 4,5% (η προηγούμενη εκτίμηση μιλούσε για 6%) με περαιτέρω αποκλιμάκωση το 2024 στο 2,4%. Σύμφωνα με την Ε.Ε. η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού αναμένεται να ελαφρύνει σταδιακά την επιβάρυνση του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών και να ωφελήσει την ιδιωτική κατανάλωση, ενώ η έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας (RRF) προβλέπεται να παραμείνει ο κύριος μοχλός αύξησης των επενδύσεων. Αξίζει στο σημείο αυτό να εστιάσουμε και σε κάποια χαρακτηριστικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, που δίνουν το στίγμα για τη συνέχεια: Το 2022, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε κατά 7,9 δισ. ευρώ, φθάνοντας στα 20,1 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή που συνδέεται κυρίως με την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών (κατά 12,3 δισ. ευρώ), αντισταθμίστηκε κυρίως από τη θετική πορεία του τουρισμού, καθώς οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν στα 17,6 δισ. ευρώ – το 2021 ήταν 10,5 δισ. ευρώ-, φτάνοντας κοντά στα προ – Covid επίπεδα του 2019, όταν ήταν 18,2 δισ. ευρώ.

Τι λένε οι οίκοι αξιολόγησης και τι ετοιμάζονται να πουν
Όσον αφορά στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας όλες οι προβλέψεις αναφέρουν ότι οι αξιολογήσεις που αναμένονται από επενδυτικούς οίκους όπως οι Scope Ratings, DBRS, Moody’s, S&P, είτε θα διατηρήσουν σταθερή την αξιολόγησή τους με διατήρηση των θετικών προοπτικών (στο πιο συντηρητικό σενάριο), είτε θα προχωρήσουν στην πολυπόθητη αναβάθμιση, που είτε θα προσεγγίσει περαιτέρω την επενδυτική βαθμίδα, είτε θα την κατακτήσει. Mέχρι τη στιγμή που το Finance Pro όδευε προς το τυπογραφείο, μόνο ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings έδωσε τη νέα του αξιολόγηση για την ελληνική οικονομία. Συγκεκριμένα, ο οίκος διατήρησε σταθερή στο BB+ την αξιολόγησή του, με θετικό outlook. Στη σχετική του ανακοίνωση, ο Scope Ratings στέκεται σε κάποια θετικά στοιχεία που οδήγησαν τον οίκο στην διατήρηση των θετικών προοπτικών. Όπως αναφέρει, είναι σημαντική η ισχυρή ευρωπαϊκή θεσμική υποστήριξη μετά την κρίση της Covid-19, με τη μορφή έκτακτων παρεμβάσεων νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία διατηρείται.

«Η υποστήριξη αυτή περιλαμβάνει καινοτομίες των προγραμμάτων αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και χαλάρωση των απαιτήσεων πλαισίου εξασφαλίσεων, όπως παραιτήσεις που επέτρεψαν, από το 2020, τη συμπερίληψη ελληνικών κρατικών ομολόγων ως εξασφάλιση για νομισματικές πράξεις της ΕΚΤ παράλληλα με την επιλεξιμότητα των ελληνικών χρεογράφων στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς λόγω πανδημίας (PEPP)», αναφέρει. Την ίδια στιγμή τονίζει ότι η υποστήριξη από την ΕΚΤ έχει ενισχυθεί από το 2022 μέσω:
α) Επιβεβαίωσης ότι, κατά τη φάση επανεπένδυσης PEPP, ενδεικτικά τουλάχιστον έως το τέλος του 2024, τα ελληνικά χρεόγραφα παραμένουν επιλέξιμα για αγορές πέραν των μετατροπών εξαγορών.
β) Παράταση της παραίτησης σχετικά με την καταλληλότητα των ελληνικών ομολόγων με ασφάλεια στο πλαίσιο του πλαισίου αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας του ευρωσυστήματος έως τουλάχιστον την ολοκλήρωση της φάσης επανεπένδυσης PEPP.
γ) Ανακοίνωση ενός προγράμματος «κατά του κατακερματισμού» για την αποφυγή υπερβολικού κατακερματισμού των περιθωρίων αποδόσεων των κυβερνήσεων της ζώνης του ευρώ – υποστήριξη της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ στην ελληνική οικονομία.

Η Scope Ratings αναφέρει ακόμα ότι η δημοσιονομική δυναμική ενισχύεται περαιτέρω από τις προηγούμενες σημαντικές βελτιώσεις στη δομή του δημόσιου χρέους, ενώ οι πολιτικές διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων έχουν περιορίσει σημαντικά τους δείκτες των υψηλών μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL), ενισχύοντας τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα, έχουν δρομολογηθεί πολιτικές που κινητοποιούν τις επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα, μετριάζουν τα σημεία συμφόρησης που συνδέονται με αδυναμίες στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και ιστορικά χαμηλά ιδιωτικά επένδυση. Τέλος, η Scope Ratings, εκτίμησε ανάπτυξη 1,3% για το 2023 πριν από 2,0% το 2024, μετά από 8,4% το 2021 και εκτιμώμενο 4,9% το 2022.

Scope Ratings: Δύο σημαντικοί κίνδυνοι
Ωστόσο ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης επισημαίνει και δύο σημαντικούς κινδύνους για την ελληνική οικονομία. Πρώτα από όλα το υψηλό δημόσιο χρέος, «που αντιπροσωπεύει μια συνεχή ευπάθεια καθώς οι αγορές επανεκτιμούν τον κίνδυνο που σχετίζεται με τους υπερχρεωμένους κρατικούς δανειολήπτες της ζώνης του ευρώ εν μέσω αυξημένου πληθωρισμού και αυξήσεων των επιτοκίων της κεντρικής τράπεζας». Όπως λέει, «η σταδιακή αποδυνάμωση μιας ισχυρής δομής χρέους, με υψηλότερο κόστος αναχρηματοδότησης, σταδιακή μετάβαση από το δημόσιο στην ιδιωτική ιδιοκτησία του χρέους και μικρότερους μέσους όρους διάρκειας του νέου χρέους, αντανακλά μια πιστωτική πρόκληση». Τέλος εστιάζει στις αδυναμίες του τραπεζικού τομέα που σχετίζονται με τους μειωμένους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, την ενίσχυση των διασυνδέσεων κρατικών τραπεζών και τα αυξημένα NPLs σε σύγκριση με τους μέσους όρους της ζώνης του ευρώ, αδυναμίες που αντικατοπτρίζουν πιστωτική αδυναμία, όπως και οι διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες με τη μορφή μέτριου μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και η ανεργία, που παρά το γεγονός ότι έχει μειωθεί αισθητά, εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλά επίπεδα.

Η «αυστηρή» Moody’s
Όσον αφορά στους άλλους οίκους αξιολόγησης, ο καναδικός οίκος DBRS έχει την ελληνική οικονομία μια βαθμίδα κάτω από την επενδυτική (ΒΒ High) από τον περασμένο Σεπτέμβριο, με την προοπτική της οικονομίας “σταθερή”.

Από την πλευρά της, η Moody’s, παραμένει ο πιο “αυστηρός” οίκος αξιολόγησης με την Ελλάδα, διατηρώντας την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας στη βαθμίδα Ba3, τρεις θέσεις κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, από το 2020, με την προοπτική της οικονομίας “σταθερή”. Τέλος, οι περισσότερες προσδοκίες για την αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα πριν από τις εκλογές συγκεντρώνονται στον αμερικανικό οίκο Standard & Poors, o οποίος έχει αναβαθμίσει την Ελλάδα στη βαθμίδα ΒΒ+ από τον περασμένο Οκτώβριο, με την προοπτική της οικονομίας “σταθερή”. Θυμίζουμε ότι μόλις τον Ιανουάριο, ο οίκος Fitch Ratings προχώρησε σε αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από ΒΒ σε ΒΒ+, με σταθερό outlook, φέρνοντας την Ελλάδα μόλις μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική.

Wood: Πτώση του χρέους στο 154% το ‘23 από 170% το ‘22
Σε σημαντική αναβάθμιση της πρόβλεψης για την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος, προχώρησε τον Φεβρουάριο και η Wood, τοποθετώντας την πλέον στο 3,5%, από μόλις 1% που προέβλεπε τον Ιανουάριο, ενώ αναμένει σημαντική πτώση του δείκτη του ελληνικού χρέους το 2023 στο 154% από 170% το 2022 και το 2024 εκτιμά πως θα υποχωρήσει στο 145%. Όπως τονίζει στην έκθεσή της, τα αποτελέσματα των ερευνών οικονομικού και επιχειρηματικού κλίματος του τελευταίου τριμήνου, έως τον Φεβρουάριο, επιβεβαιώνουν ότι, αν και η ελληνική οικονομία αισθάνεται κάποιες επιπτώσεις από το ενεργειακό σοκ και την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, τα οφέλη, συνολικά, από την ισχυρή επιτάχυνση των επενδύσεων και τους υγιέστερους ισολογισμούς του ιδιωτικού τομέα, θα επιτρέψουν την επιτάχυνση του ΑΕΠ κατά 3,5% φέτος (από 1% που προέβλεπε πριν) και κατά 4,2% το 2024 (από 2,2% που προέβλεπε πριν).

7 παρεμβάσεις ύψους 800 εκατ. ευρώ
Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, οι 7 παρεμβάσεις για την οικονομική στήριξη της κοινωνίας είναι οι εξής:

  1. Χορήγηση έκτακτης ενίσχυσης σε συνταξιούχους: Λόγω της σημαντικής αύξησης του επιπέδου των τιμών, οι συνταξιούχοι που δεν έλαβαν αύξηση σύνταξης λόγω προσωπικής διαφοράς με βάση Νόμο του 2016 ή που η αύξηση της σύνταξής τους ήταν μικρότερη του 7%, θα λάβουν, μέχρι το τέλος Μαρτίου, έκτακτη εφάπαξ οικονομική ενίσχυση. Αυτή η ενίσχυση καλύπτει περισσότερους από 1 εκατ. συνταξιούχους και διαμορφώνεται από τα 200 έως τα 300 ευρώ, ανάλογα με το ύψος των συντάξιμων αποδοχών και την τυχόν αύξηση που έλαβαν. Η ενίσχυση είναι αφορολόγητη, ανεκχώρητη και ακατάσχετη στα χέρια Δημοσίου ή τρίτων, δεν δεσμεύεται και δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, και δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε τέλος, εισφορά ή άλλη κράτηση υπέρ του Δημοσίου. Το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται στα 280 εκατ. ευρώ.
  2. Παράταση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ: Επεκτείνεται, για άλλους 6 μήνες, και έως το τέλος του έτους, η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ, η οποία έχει νομοθετηθεί έως τον Ιούνιο του 2023, σε μια σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες, όπως είναι οι μεταφορές επιβατών, ο καφές και τα μη αλκοολούχα ποτά, οι κινηματογράφοι, τα γυμναστήρια και οι σχολές χορού. Αυτό το μέτρο έχει στόχο να στηρίξει την επιχειρηματικότητα, καθώς οι εν λόγω κλάδοι, που επηρεάστηκαν ιδιαίτερα από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας, συνεχίζουν να επηρεάζονται από τα αυξημένα κόστη λειτουργίας, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος, για το 2ο εξάμηνο του έτους, εκτιμάται στα 250 εκατ. ευρώ.
  3. Επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στο αγροτικό πετρέλαιο: Για τον περιορισμό του αυξημένου κόστους παραγωγής και τη στήριξη της γεωργικής παραγωγής, η επιστροφή του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο συνεχίζεται και για το 2023. Το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται στα 76 εκατ. ευρώ.
  4. Καταβολή εκκρεμών αγροτικών αποζημιώσεων: Με τη συνδρομή του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στόχος της κυβέρνησης και του Υπουργείου Οικονομικών είναι η επιτάχυνση της καταβολής εκκρεμών αγροτικών αποζημιώσεων, τόσο μέσω του ΕΛΓΑ και του μηχανισμού ενισχύσεων ήσσονος σημασίας, όσο και μέσω του Ουκρανικού πλαισίου στήριξης. Το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται στα 120 εκατ. ευρώ.
  5. Αύξηση και διεύρυνση του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας: Αυξάνεται στα 200 ευρώ, από 150 ευρώ μέχρι πρότινος, το ανώτατο ύψος του επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας για απασχολούμενους στον τομέα της υγείας, καθώς επίσης για υπαλλήλους που ανήκουν και υπηρετούν στο Πυροσβεστικό Σώμα, ενώ παράλληλα διευρύνονται οι ειδικότητες εργαζομένων που μπορούν να λάβουν το συγκεκριμένο είδος επιδόματος. Για τα υπόλοιπα Υπουργεία θα ακολουθήσουν αντίστοιχες Αποφάσεις για τις κατηγορίες δικαιούχων, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται στα 80 εκατ. ευρώ, οπότε πλέον το συνολικό, μόνιμο ετήσιο δημοσιονομικό κόστος ανέρχεται στα 250 εκατ. ευρώ.
  6. Νέο πλαίσιο ρυθμίσεων οφειλών: Στο πλαίσιο του νέου αυτού πλαισίου, το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε τα εξής:
    Για όσους έχουν απωλέσει τις φορολογικές και ασφαλιστικές ρυθμίσεις των 120 ή 72 δόσεων ή αυτές κατέστησαν μη εξυπηρετούμενες έως την 1η Φεβρουαρίου 2023, δίνεται η δυνατότητα να τις αναβιώσουν, καταβάλλοντας δύο μηνιαίες δόσεις έως τις 31 Ιουλίου 2023, την τρέχουσα και μία επιπλέον, που αποσβένει παλαιές υποχρεώσεις, με σειρά παλαιότητας. Ποσά που έχουν καταβληθεί ως υπερ-είσπραξη, αποσβένουν τις παλαιότερες δόσεις, με σειρά παλαιότητας. Οι δόσεις που έχουν χαθεί, μεταφέρονται, έντοκα, στο τέλος της ρύθμισης. Η αναβίωση πραγματοποιείται με όλα τα ευεργετήματα των ρυθμίσεων αυτών, όπως ισχύουν για κάθε ρύθμιση, π.χ. χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, αναστολή της συνέχισης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί των οφειλών που ρυθμίζονται κ.λπ.
    Για όσους φορολογούμενους είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους ή/και είχαν ρυθμισμένες φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές την 1η Νοεμβρίου 2021, που συνέχισαν να τις εξυπηρετούν έως σήμερα, αλλά δημιούργησαν νέες οφειλές, δημιουργείται ένα νέο σχήμα. Συγκεκριμένα, οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την 1η Νοεμβρίου 2021 και έως την 1η Φεβρουαρίου 2023, μπορούν να ρυθμιστούν είτε σε 36 δόσεις με το αντίστοιχο επιτόκιο που ισχύει στην πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων, είτε σε 72 δόσεις με το αντίστοιχο επιτόκιο που ισχύει στην πάγια ρύθμιση των 24 δόσεων. Σε περίπτωση ένταξης στην νέα ρύθμιση, ισχύουν τα ευεργετήματα της αναβίωσης των ρυθμίσεων.
  7. Βελτιώσεις στον εξωδικαστικό μηχανισμό: Σύμφωνα με τις σχετικές ανακοινώσεις, οι βελτιώσεις αυτές περιλαμβάνουν:
    Την υποχρέωση αιτιολόγησης μη συναίνεσης στην πρόταση ρύθμισης που παράγει ο αλγόριθμος, τόσο των χρηματοδοτικών φορέων όσο και του οφειλέτη.
    Τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του εξωδικαστικού μηχανισμού, προκειμένου να εντάσσονται οφειλέτες και με μία και μοναδική οφειλή προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, όπως είναι τα νοικοκυριά με ένα στεγαστικό δάνειο, το οποίο επιθυμούν να ρυθμίσουν, διασώζοντας την περιουσία τους.
    Την ένταξη και νέων κατηγοριών οφειλών που μπορούν να ρυθμιστούν, όπως είναι οι οφειλές υπέρ τρίτων που εισπράττονται από τη φορολογική διοίκηση.
    Την κατάργηση της ποινής προεξόφλησης των οφειλών προς το Δημόσιο, και την μείωση του επιτοκίου ρύθμισης αυτών.