Η διαφαινόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα φέρει στην ελληνική οικονομία περισσότερες επενδύσεις, τα ελληνικά ομόλογα θα είναι επιλέξιμα από την ΕΚΤ, το κόστος δανεισμού θα είναι χαμηλότερο και νέοι επενδυτές θα στηρίξουν την ελληνική αγορά.
Η ελληνική οικονομία περιμένει το «πράσινο φως» από τους πιστοποιημένους οίκους για την επενδυτική βαθμίδα εντός του 2023. Η επίτευξη αυτού του στόχου τι σηματοδοτεί για τη χώρα;
Οικονομικοί αναλυτές παγκοσμίως, αναφέρονταν τον τελευταίο καιρό στην ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας την τελευταία τετραετία και ανέμεναν την επενδυτική βαθμίδα, όπως πολύ σωστά αναφέρετε. Ήδη έχουμε το πρώτο investment grade που έδωσε στην Ελλάδα πριν λίγες ημέρες η DBRS και τη διπλή αναβάθμιση από τη Moody’s στα μέσα Σεπτεμβρίου. Πλέον, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται στη Standard & Poor΄s στις 20 Οκτωβρίου ή τη Fitch την 1η Δεκεμβρίου που θα εντάξει την Ελλάδα στους δείκτες του επενδυτικού ενδιαφέροντος των διεθνών κεφαλαίων μακροπρόθεσμου ορίζοντα. Βέβαια, διάφοροι οίκοι αξιολόγησης (γερμανικός οίκος Scope Ratings και ιαπωνικός R&I) είχαν προδιαγράψει μέσα στον Αύγουστο την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, λόγω της βιωσιμότητας του χρέους, της αύξησης των δημοσίων επενδύσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών που οδήγησαν στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ειδικότερα, ο ιαπωνικός οίκος R&I είχε αναβαθμίσει εντός του καλοκαιριού το αξιόχρεο του Ελληνικού Δημοσίου, κάνοντας αναφορά, μεταξύ άλλων, στην ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας, στη βελτίωση του δημοσιονομικού ισοζυγίου και στη μείωση του χρέους της γενικής κυβέρνησης. Αναμφίβολα, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει σημαντική πρόοδο, αφού βλέπουμε αύξηση στην οικονομική δραστηριότητα, αλλά και στην παραγωγή, μέσω του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ‘Ελλάδα 2.0’.
Οι πραγματικοί οικονομικοί δείκτες και οι προβλέψεις αυτών δείχνουν ότι η ελληνική οικονομία μπορεί και θα αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο την επόμενη τετραετία, αποτελώντας πρότυπο ανάπτυξης για τις οικονομίες της Ευρώπης του Νότου (και όχι μόνο). Άλλωστε, είναι γεγονός ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές και πρέπει να το επισημάνουμε αυτό, ανεξαρτήτως της επενδυτικής βαθμίδας. Με βασικό στόχο τη μείωση του πληθωρισμού στο 2,4% έως το 2024 (λόγω και του εξορθολογισμού των τιμών ενέργειας, αλλά και τη μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ), αναμένουμε περαιτέρω ανάπτυξη σε όλους τους τομείς, παρά τις απανωτές κρίσεις που βιώνει η χώρα μας. Σε αυτό βοηθάει το γεγονός ότι η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 5,9% το 2022, παρουσιάζοντας σημαντική επενδυτική δραστηριότητα, ισχυρή ανάκαμψη του τουρισμού, άνοδο στην ιδιωτική κατανάλωση, αλλά και αύξηση στο πραγματικό ΑΕΠ.
Οι αγορές λοιπόν είχαν εδώ και καιρό προεξοφλήσει σε σημαντικό βαθμό την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και τυπικά την έξοδο της χώρας από το ‘τούνελ των junk’, στο οποίο βρισκόταν τα τελευταία 13 χρόνια και λειτουργούσαν βάσει αυτού (το Χρηματιστήριο Αθηνών βρέθηκε στην κορυφή των αποδόσεων παγκοσμίως το 2023). Οπότε, είναι φυσικό πλέον τα αναμενόμενα οφέλη για την ελληνική οικονομία να είναι πολλαπλά: περισσότερες επενδύσεις, τα ελληνικά ομόλογα θα είναι επιλέξιμα από την ΕΚΤ, το κόστος δανεισμού θα είναι χαμηλότερο και νέοι επενδυτές θα στηρίξουν την ελληνική αγορά. Με άλλα λόγια, περισσότεροι μακροπρόθεσμοι επενδυτές θα επενδύσουν στη χώρα μας και αυτό θα συμβάλει στην παροχή σταθερής χρηματοδότησης που θα αναβαθμίσει την ελληνική οικονομία, αφού θα δούμε περαιτέρω μείωση της ανεργίας και αύξηση του ΑΕΠ, αλλά και ενίσχυση της ρευστότητας σε Δημόσιο, τράπεζες, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το μεγάλο πλεονέκτημα όμως από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας αναμένεται να είναι η υγιής οικονομική μεγέθυνση (υγιής επιχειρηματικότητα και ανταγωνισμός, αύξηση απασχόλησης, αύξηση εισοδήματος και κατανάλωσης) που θα φέρει βιώσιμη ανάπτυξη με έμφαση στην καινοτομία. Με συνεχή προώθηση επενδύσεων στην καινοτομία, θα πετύχουμε υψηλότερα επίπεδα ανάπτυξης και ανθεκτικότητας σε όλους τους τομείς – π.χ. παιδεία, υγεία, υποδομές, έρευνα και ανάπτυξη.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η χώρα μας είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των επενδυτών;
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, οι (καθαρές) εισροές Ξένων Άμεσων Επενδύσεων (ΞΑΕ – FDI, Foreign Direct Investment) στην Ελλάδα σημείωσαν ρεκόρ 20ετίας το 2022, ξεπερνώντας μάλιστα τα 7,2 δισ. ευρώ. Οι ΞΑΕ επιβεβαιώνουν ουσιαστικά την ανοδική πορεία της ελληνικής οικονομίας και την επιτυχημένη προσπάθεια που γίνεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα και το έντονο ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για την πατρίδα μας.
Οι καθαρές εισροές ΞΑΕ κατά τομέα οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα επικεντρώνονται τα τελευταία έτη, κατά κύριο λόγο, στον τριτογενή τομέα, και ακολουθεί ο δευτερογενής. Παρακολουθούμε έντονο ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών στην ενέργεια, στις υπηρεσίες (ειδικά στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες), στη διαχείριση ακίνητης περιουσίας, στην τεχνολογία, στον τουρισμό και στις δραστηριότητες αποθήκευσης και μεταφορών. Το ποσοστό ενδιαφέροντος βέβαια του δευτερογενούς τομέα είναι σχετικά χαμηλότερο σε σύγκριση με τις δυνατότητες της χώρας, γεγονός που υποδεικνύει τα μεγάλα επενδυτικά περιθώρια που έχει η Ελλάδα.
Οι κλάδοι της μεταποίησης με το σημαντικότερο επενδυτικό ενδιαφέρον κατά την περίοδο 2012-2022 αναφέρονται στα τρόφιμα-ποτά-καπνικά και στα φαρμακευτικά. Άλλοι κλάδοι που συγκεντρώνουν σημαντικές εισροές ΞΑΕ στη μεταποίηση είναι τα ηλεκτρονικά προϊόντα, οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές και τα μηχανήματα. Η συγκέντρωση επιχειρηματικής δραστηριότητας στους παραπάνω τομείς, όπως αντιλαμβάνεστε, ευνοεί τόσο την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων στην Ελλάδα (επενδύσεις greenfield), όσο και την επενδυτική συνεργασία ξένων με ελληνικές επιχειρήσεις για την παραγωγή τελικών προϊόντων που θα καλύπτουν τις ανάγκες της εσωτερικής και της διεθνούς αγοράς. Η χώρα μας βρίσκεται πλέον στο ραντάρ των ξένων επενδυτών και αυτό αποδεικνύεται καθημερινά.
Ποιες μεταρρυθμίσεις πρέπει να κάνει η πολιτεία προκειμένου να καταστεί η Ελλάδα ακόμη ελκυστικότερη για τους επενδυτές;
Μια οικονομία που επιθυμεί να προσελκύει παραγωγικές επενδύσεις, πρακτικά, δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στην ανακοίνωση ορισμένων κινήτρων, αλλά θα πρέπει να υιοθετήσει πολιτικές, τις οποίες θα ακολουθεί με συνέπεια και υπευθυνότητα μακροπρόθεσμα. Αυτό έχει αντιληφθεί και πράττει και η ελληνική κυβέρνηση τα τελευταία τέσσερα χρόνια, όπου βλέπουμε ότι έχουν γίνει κρίσιμες οριζόντιες μεταρρυθμίσεις που ήδη αποδίδουν. Ενδεικτικά αναφέρονται, η ψηφιοποίηση του κράτους, η μείωση της γραφειοκρατίας, οι αλλαγές στην παιδεία και στο ασφαλιστικό σύστημα, η απλοποίηση του φορολογικού συστήματος, τα μεγάλα έργα υποδομών, αλλά και η έμφαση για την επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης. Όπως διαπιστώνουμε όλοι, οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καθημερινότητά μας. Ταυτόχρονα, οδηγούν στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης και στην προσέλκυση νέων επενδύσεων, με αποτέλεσμα να βιώνουμε ένα κύμα ισχυρής ανάπτυξης με προοπτική. Σίγουρα έχουμε ακόμη αρκετά βήματα να κάνουμε στους παραπάνω τομείς, αλλά έχουμε ήδη διανύσει αρκετά μεγάλη απόσταση σε σχέση με το κοντινό παρελθόν.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ αναμένεται να αλλάξουν την εικόνα της χώρας τα επόμενα χρόνια. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την αλλαγή θα παίξει ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας. Πώς αποτιμάτε τη μέχρι τώρα πορεία αυτών των συμπράξεων;
Πλέον έχουμε μπει σε μια νέα προγραμματική περίοδο, όπου οι πόροι από το νέο ΕΣΠΑ, μαζί με τους πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ – Εθνικό Σχέδιο ‘Ελλάδα 2.0’), ύψους άνω των €72 δισ., συμβάλλουν ουσιαστικά στην ενδυνάμωση και στην ενίσχυση του παραγωγικού μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας. Ταυτόχρονα, σηματοδοτούν μια μοναδική πρόκληση και ιστορική ευκαιρία για την ανάπτυξη της χώρας μας. Και φυσικά, ο ιδιωτικός τομέας καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, αφού ‘κλειδί’ για την αποτελεσματική αξιοποίηση αυτών των πόρων είναι ο ιδιωτικός τομέας με τη διασφάλιση της απαραίτητης ιδιωτικής συμμετοχής, που εκτιμάται ότι θα κινητοποιήσει επενδυτικά κεφάλαια άνω των €20 δισ.
Μέσω των ευρωπαϊκών πόρων υποστηρίζονται έργα με προστιθέμενη αξία για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων και κατ’ επέκταση της ελληνικής οικονομίας. Έτσι, βλέπουμε να ξετυλίγεται μια μεγάλη ευκαιρία για την πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜμΕ), με αποτέλεσμα να συμμετέχουν ενεργά στον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Η πράσινη και ψηφιακή μετάβαση πρωτοστατούν πλέον και στη δική μας χώρα και οι ΜμΕ μετασχηματίζονται, με αποτέλεσμα να γίνονται περισσότερο ανταγωνιστικές σε διεθνές επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, η προσπάθεια επικεντρώνεται στη διασφάλιση της μέγιστης δυνατής κινητοποίησης των ΜμΕ, οπότε και προέχει η διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού πλαισίου δράσεων ενημέρωσης, καθοδήγησης και υποστήριξής τους, ώστε να μπορέσουν να επεξεργαστούν τις κατάλληλες προτάσεις και να αντλήσουν χρηματοδότηση. Και είναι γεγονός ότι, σε αυτή την προσπάθεια συμμετέχουν ενεργά όλοι οι φορείς εκπροσώπησης της επιχειρηματικότητας, αλλά και οργανισμοί, όπως η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων, μέσω ενημερωτικών δράσεων και ημερίδων για τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία για την ενδυνάμωση του ελληνικού επιχειρείν.
Ποιος είναι ο ρόλος της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας Επενδύσεων και τι κεφάλαια έχει διαθέσει σε επενδυτικά σχήματα;
Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων ΑΕ (ΕΑΤΕ, πρώην ΤΑΝΕΟ) αποτελεί το Sovereign Fund-of-Funds της Ελλάδας. Τα βασικά σημεία που χαρακτηρίζουν την ΕΑΤΕ είναι:
- Εύρωστη οικονομική θέση με σημαντικά υπό διαχείριση κεφάλαια – συνολικά €2,1 δισ.
- Αποτελεί το Equity Platform Instrument του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Εθνικό Σχέδιο ‘Ελλάδα 2.0’) για την υλοποίηση των προγραμμάτων ‘InnovateNow’ και ‘Q-equity’.
- Εδραίωση του οργανισμού σε αξιόπιστη και υπολογίσιμη ευρωπαϊκή και περιφερειακή δύναμη.
- Ανάπτυξη ισχυρών ευρωπαϊκών και διεθνών επενδυτικών συνεργασιών: ιδρυτικό μέλος στην πρωτοβουλία Scale-up
- Europe Initiative (αρχικού ύψους €3,3 δισ.) με Bpi France (Γαλλία), Kfw Capital (Γερμανία), TESI (Φινλανδία) και EIFO-Vækstfonden (Δανία), καθώς και επενδυτικές συνεργασίες με Mubadala Capital (ύψους €400 εκ.) και ADQ (ύψους €4 δισ.) (Abu Dhabi, ΗΑΕ).
- Εφαρμογή των κριτηρίων ESG & DNSH σε επενδυτικό και εταιρικό επίπεδο.
- Συνεργασία με EIF (European Investment Fund) & EIB (European Investment Bank) για ανάπτυξη νέων επενδυτικών προγραμμάτων και κοινών δράσεων.
Στο επίκεντρο της στρατηγικής της ΕΑΤΕ είναι η ανάπτυξη και η ενίσχυση του ελληνικού οικοσυστήματος κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών (Venture Capital / Private Equity).
Τα τελευταία 4 χρόνια (2020-2023), έχει επιτευχθεί αξιοσημείωτη πρόοδος. Το χαρτοφυλάκιο της ΕΑΤΕ το 2023 (Σεπτ.) αριθμεί 19 επενδυτικά σχήματα venture capital και private equity συνολικά (από 14 το 2022), οι συνολικές δεσμεύσεις (commitments) της ΕΑΤΕ ξεπερνούν τα €430 εκ. (από €285 εκ. το 2022) και τα συνολικά υπό διαχείριση κεφάλαια (AUM) των σχημάτων αυτών (με την προσθήκη των ιδιωτικών) είναι πάνω από €1 δισ. (από €825 εκ. το 2022).
Αυτό το ποσό των δεσμεύσεων προς επένδυση, που έχει επιτευχθεί τα τελευταία 4 χρόνια, ύψους άνω των €430 εκ. από την πλευρά του δημοσίου (μέσω της ΕΑΤΕ), είναι ήδη υψηλότερο από το σύνολο των αντίστοιχων δημοσίων πόρων (ύψους €370 εκ.) που έχουν επενδυθεί τα αμέσως προηγούμενα 20 χρόνια (2000-2019) από αντίστοιχα προγράμματα (ΤΑΝΕΟ/€100 εκ. + JEREMIE/€70 εκ. + Equifund/€200 εκ.). Το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία εάν συνυπολογιστεί ότι επιτυγχάνεται εν μέσω πρωτοφανών εξωγενών διαταραχών και διάχυτης αβεβαιότητας. Παράλληλα, σηματοδοτεί την αλλαγή σελίδας, την ελκυστικότητα της Ελλάδας και, κυρίως, την ωρίμανση, τη δυναμική εξέλιξη και την προοπτική του οικοσυστήματος των κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών.
Για το 2024 και 2025 αναμένεται σημαντική κλιμάκωση του επενδυτικού οικοσυστήματος, με προσέλκυση ισχυρών ευρωπαϊκών σχημάτων, που θα οδηγήσει σε πολλαπλασιασμό των μεγεθών, ιδίως λόγω και της αναβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία εντός του 2023 που, όπως προαναφέρθηκε, θα οδηγήσει σε πολύ μεγάλη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης σε όλα τα επίπεδα και σε θετική επίδραση στις ελληνικές επιχειρήσεις, στις τράπεζες και στην προσέλκυση νέων κεφαλαίων.
Τέλος, εάν συνυπολογίσουμε τα πάσης φύσεως διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία και πόρους, τα υπό διαχείριση κεφάλαια της ΕΑΤΕ μπορούν να οδηγήσουν σε μόχλευση συνολικών επενδύσεων στην πραγματική οικονομία με ισχυρούς πολλαπλασιαστές (3,5Χ – 5,0Χ, ανάλογα με τις παραδοχές) και να συμβάλουν σημαντικά στην αναπτυξιακή προσπάθεια.
Τι θα συστήνατε σε έναν οικονομικό διευθυντή αυτή την εποχή ως προς την ανάπτυξη της εταιρείας του;
Είναι σαφές ότι, ειδικά μετά τις συνεχόμενες κρίσεις, ο ρόλος του οικονομικού διευθυντή αναδεικνύεται έτι περαιτέρω ως βασικός πυλώνας ανάπτυξης και λειτουργίας μίας επιχείρησης. Με πρωτεύοντα ρόλο την υποβοήθηση των διοικήσεων των εταιρειών να ανασυνταχτούν και να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις της εποχής, δημιουργώντας, παράλληλα, μακροπρόθεσμη αξία στις επιχειρήσεις.
Για να πετύχουν σε αυτή τους την αποστολή, θεωρώ πως πρέπει να γνωρίζουν σε βάθος τη λειτουργία της επιχείρησης και να ενστερνίζονται το όραμα των μετόχων και της διοίκησης. Να έχουν τη δυνατότητα και να μπορούν να συνεργαστούν στενά με τα διευθυντικά στελέχη των υπολοίπων τμημάτων, τα οποία είναι άμεσα συνδεδεμένα με την επιχειρησιακή λειτουργία και το μακροοικονομικό περιβάλλον όπου λειτουργεί η εταιρεία, προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τον οικονομικό σχεδιασμό και την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη διαχείριση πόρων. Επίσης, πρέπει να ενημερώνονται συνεχώς και να γνωρίζουν σε βάθος το θεσμικό πλαίσιο και τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά εργαλεία. Έτσι, θα μπορούν να προσαρμόσουν τις χρηματοοικονομικές λειτουργίες της επιχείρησης στη νέα διασυνδεδεμένη πραγματικότητα της ψηφιακής εποχής, αλλά και να αναπροσαρμόσουν το μοντέλο λειτουργίας της με τη χρήση νέων τεχνολογιών, προκειμένου να βελτιώσουν την αποδοτικότητα των στελεχών, αλλά και την ποιότητα στην παροχή πληροφορίας – και όχι απλά δεδομένων – στον σωστό χρόνο, βοηθώντας ταυτόχρονα με αυτό τον τρόπο τη διοίκηση, στη λήψη έγκαιρων και έγκυρων αποφάσεων.