Σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου κυριαρχούν τα σενάρια για επιβράδυνση των ισχυρών οικονομιών το 2023 η ελληνική οικονομία φαίνεται πως αντέχει έχοντας ως ανάχωμα τα ευρωπαϊκά κονδύλια και τις πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις που έχουν γίνει ως προς το χρέος.

Η ελληνική οικονομία όπως μας λέει ο Θεόδωρος Πελαγίδης θα έπρεπε να έχει ήδη την επενδυτική βαθμίδα, εκτιμά πως θα την αποκτήσει εντός του έτους γεγονός που θα σηματοδοτήσει την άμεση εισροή διεθνών κεφαλαίων.

Τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιούν για ένα δύσκολο 2023. Μεγάλες οικονομίες θα παρουσιάσουν επιβράδυνση ενώ δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο ύφεσης. Ποια είναι η εκτίμησή σας για την πορεία της ελληνικής οικονομίας μέσα σε αυτό το διεθνές περιβάλλον;

Η ελληνική οικονομία διαθέτει το ανάχωμα των ευρωπαϊκών κονδυλίων, ιδιαιτέρως από το ταμείο ανθεκτικότητας από το οποίο ήδη έχουν εγκριθεί και εισέρχονται στην ελληνική οικονομία περί τα 7 δισεκατομμύρια ευρώ. Εξαιτίας δε των πολύ ευνοϊκών ρυθμίσεων που έχουν γίνει στο ελληνικό χρέος μία δεκαετία πριν, οι δανειακές ανάγκες του 2023 περιορίζονται περίπου στα 7 δισεκατομμύρια εκ των οποίων ήδη τα 3.5 έχουν ήδη ληφθεί από τις αγορές. 7 δισ. ήταν επίσης εφέτος και οι ΑΞΕ. Υπάρχουν επίσης άλλα 35 δισ. στο αποθεματικό περίπου, με διάφορες μορφές. Το πιο σημαντικό όμως ίσως είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα που υπάρχει στις διεθνείς αγορές ότι επίκειται αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και ως αποτέλεσμα, σημαντικές εισροές διεθνών κεφαλαίων.

Ο υψηλός πληθωρισμός τόσο στην ευρωζώνη όσο και στην Ελλάδα δημιουργεί ακρίβεια σε πρώτες ύλες και αγαθά. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση;

Να μιλάμε καθαρά χωρίς περιστροφές. Δεν μπορεί. Είναι ένα κατά βάσει διεθνές φαινόμενο για το οποίο όμως περιμένουμε σημαντική αποκλιμάκωση για το 2023.

Σε τι βαθμό εκτιμάται πως θα επηρεάσουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης;

Υπάρχουν διάφορες εκτιμήσεις που ξεκινούν από σωρευτική μεγέθυνση για τα έτη έως το 2027 περίπου 4-6%. Πολύ σημαντικό δηλαδή ακόμα κι αν η διεθνής οικονομία περάσει μια εκτεταμένη περίοδο στασιμότητας ή χαμηλής ανάπτυξης.

Το 2023 είναι έτος εκλογών. Κατά πόσο είναι εφικτή η αναβάθμιση της χώρας στην επενδυτική κατηγορία;

Όπως έχω δηλώσει από τον Οκτώβρη που βρέθηκα για μια σειρά επαφών στο Λονδίνο με τους διεθνείς επενδυτές, η ελληνική οικονομία έπρεπε να έχει ήδη την επενδυτική βαθμίδα καθώς οι χρηματοδοτικές ανάγκες του Δημοσίου είναι χαμηλές για τα επόμενα χρόνια, το χρέος έχει υψηλή ωρίμανση, χαμηλά επιτόκια και κατά 75 τοις 100 βρίσκεται στα χέρια των θεσμών. Για την επόμενη περίοδο προβλέπεται ικανοποιητικός ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης, εισοδημάτων και απασχόλησης. Δυστυχώς ξεκινήσαμε από πολύ χαμηλά και επίσης πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι πρέπει να κερδηθεί μια εμπιστοσύνη που έχει χαθεί. Είμαι όμως αισιόδοξος.

Όσον αφορά για τις εκλογές και το πολιτικό σύστημα πιστεύω ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο η πολιτική σταθερότητα θα επιλυθεί. Παρά το φαινομενικά τεταμένο κλίμα επί του παρόντος.

Η μετάβαση των επιχειρήσεων σε ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης απαιτεί πόρους. Το τραπεζικό σύστημα στηρίζει επαρκώς αυτή τη μετάβαση;

Για όλο το 2022 είναι καθαρές δανειοδοτήσεις και αφορούσαν σχεδόν αποκλειστικά τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις. Τα σύμβασιοποιημένα νέα καθαρά δάνεια μέχρι στιγμής έχουν φτάσει τα 15 δις. Πάνω από το 1/3 έχουν ήδη εκταμιευθεί γεγονός που έχει στηρίξει τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης για το 2022 πέριξ του 6%. Άρα η απάντηση στο ερώτημα σας είναι ναι.

Οι οικονομικοί διευθυντές των επιχειρήσεων τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη εμφανίζονται απαισιόδοξοι για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας το 2023. Αν ήσασταν στη θέση ενός CFO σε μια ελληνική επιχείρηση με ποιο τρόπο θα πορευόσασταν;

Ο κάθε CFO γνωρίζει καλύτερα προφανώς τις ιδιαιτερότητες, το επιχειρησιακό σχέδιο αλλά και το financial plan της εταιρείας του.

Αυτή τη στιγμή στην διεθνή οικονομία υπάρχουν δύο ιδέες. Η μία είναι ότι υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουμε στα χαμηλά επιτόκια, στο χαμηλό πληθωρισμό και σ’ αυτό που βιώσαμε στην προηγούμενη δεκαετία δηλαδή μια δομική, αδύναμη ανάπτυξη/δαπάνη.

Υπάρχει και η άλλη άποψη όμως η οποία επίσης για δομικούς λόγους όπως οι δαπάνες για την κλιματική αλλαγή ή το αυξημένο χρέος των χωρών ή και το δημογραφικό ζήτημα διεθνώς, να μας οδηγήσουν πλέον σε υψηλότερα επίπεδα επιτοκίων, χρηματοδότησης και πληθωρισμού.