Η πολυπόθητη και πολυαναμενόμενη επενδυτική βαθμίδα που αναμένεται προς το τέλος του τρίτου τριμήνου 2023, δεδομένης της σταθερής κυβερνησιμότητας και της καλής προοπτικής των βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας θα σημάνει αφενός, την επιστροφή της χώρας στην ομάδα χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεωρούνται επενδύσιμες για προσέλευση ξένων επενδυτικών κεφαλαίων που θα τοποθετούν τα χρήματά τους “στα σίγουρα” και αφετέρου, ότι τα εγχώρια χρεόγραφα και ομόλογα θα τύχουν αποδοχής από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κοινότητα, ως απότοκο εμπιστοσύνης της πορείας της οικονομίας. Η αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού θα είναι δεδομένη και η εισροή κεφαλαίων αναπόφευκτη.
Όσον αφορά τώρα τους δείκτες και τα κριτήρια αξιολόγησης για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας συνίστανται, μεταξύ άλλων, στη γενικότερη πορεία της οικονομίας, στα πλεονάσματα του προϋπολογισμού, στο μεταρρυθμιστικό σχέδιο της κυβέρνησης και πρωτίστως στο περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας.
Τι σημαίνει όμως με απλά πρακτικά λόγια η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας τόσο για το κράτος όσο και για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά;
Για μεν το κράτος συνιστά πρώτον, θεμελιώδες προαπαιτούμενο εξασφάλισης εμπιστοσύνης των αγορών κεφαλαίου και χρήματος, δεύτερον, υψηλό δείκτη ελκυστικότητας επενδύσεων με τα spreads και τα επιτόκια να κυμαίνονται σε λογικά πλαίσια και τρίτον, σημαντική συμμετοχή στο εξής στα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για διασφάλιση ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Για δε τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, η αναβάθμιση αποτελεί ικανή και αναγκαία συνθήκη ώστε να επιστρέψουν επιχειρήσεις και τράπεζες στις διεθνείς αγορές για άντληση κεφαλαίων, καθώς το κόστος δανεισμού θα μειωθεί δραστικά, τα πολλαπλασιαστικά οφέλη για το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας θα γίνουν ορατά, η δε μόχλευση χρήματος στη πραγματική οικονομία θα ευεργετήσει τις εμπορικές συναλλαγές λόγω αυξημένης συμμετοχής του καταναλωτικού κοινού που θα νιώσει ανακούφιση και από πιθανές επιτοκιακές ελαφρύνσεις στην αναζήτηση ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα. Το τελευταίο βέβαια θα εξαρτηθεί και από την εξέλιξη του επίμονου πληθωρισμού που αδυνατίζει το αγοραστικό διαθέσιμο εισόδημα και υποχρεώνει τις κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο να προβαίνουν σε περιοδικές αυξήσεις επιτοκίων προκειμένου να τον τιθασεύσουν.
Εδώ βεβαίως έχουν επενδυθεί προσδοκίες και απαιτείται σοβαρή στρατηγική με σύνεση και ισορροπίες από πλευράς κυβέρνησης, καθώς θα πρέπει να συνεκτιμηθεί το αρνητικό αντιστάθμισμα από την αύξηση των επιτοκίων στην προοπτική ανάπτυξης της χώρας.