Η Π.Ο.Φ.Ε.Ε και ο Κλάδος μας, με υψηλό αίσθημα συνδικαλιστικής, κοινωνικής και ατομικής ευθύνης, είναι αυτός που στήριξε και στηρίζει την οικονομία της Χώρας, σε μια περίοδο όπου πολύ σωστά όλοι «μένανε σπίτι», πλην ορισμένων, όπως ο Κλάδος των Λογιστών – Φοροτεχνικών που «έμενε γραφείο» υλοποιώντας το τεράστιο έργο που του ανατέθηκε, με κόστος ακόμη και της ζωής συναδέλφων.
Τoυ Βασίλη Καμπάνη, Προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Φοροτεχνικών
Ελευθέρων Επαγγελματιών (Π.Ο.Φ.Ε.Ε.)
Η Π.Ο.Φ.Ε.Ε. ήταν πάντα υπέρμαχος της «ηλεκτρονικοποίησης» των διαδικασιών και η πρώτη που καθιέρωσε τον όρο «e-ΔΟΥ» παλεύοντας για την υλοποίηση αυτού, έργο που ξεκίνησε πριν από 22 και πλέον έτη.
Έννοιες όπως η πιστοποίηση και διαπίστευση του Λογιστή – Φοροτεχνικού, καθώς και η ηλεκτρονική υπογραφή, ξεκίνησαν από την Π.Ο.Φ.Ε.Ε. από το 2004.
Εξελίσσεται η υλοποίηση του εγχειρήματος των ηλεκτρονικών βιβλίων myDATA. Όπως είναι φυσικό η εφαρμογή ενός τέτοιου εγχειρήματος δεν είναι εύκολη, και ως Κλάδος θα κληθούμε να το υλοποιήσουμε σε μια πολύ δύσκολη εποχή, η οποία λόγω της πανδημίας, όπου ο Κλάδος ασχολείται με οτιδήποτε άλλο εκτός από την Λογιστική επιστήμη (βλέπε βεβαιώσεις μετακίνησης, άπειρες πλατφόρμες που συμπληρώνονται κλπ.) με αποτέλεσμα να υπάρχουν αντιδράσεις που δεν αφορούν το έργο αυτό καθαυτό.
Ως Ομοσπονδία έχουμε εκθέσει αναλυτικά τις θέσεις και τις προτάσεις μας για την εφαρμογή και λειτουργία των ηλεκτρονικών βιβλίων, τόσο με τη σχετική απόφαση της Γενικής μας Συνέλευσης του Νοεμβρίου του 2019 με τα ομόφωνα ψηφίσματα, όσο και με επιστολές μας προς το Υπουργείο Οικονομικών και τον Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. στις 6-3-2019 και 30-9-2019.
Πιο συγκεκριμένα, η υλοποίηση των ηλεκτρονικών βιβλίων θα πρέπει να συνοδεύεται με τις παρακάτω απαραίτητες, μεταξύ άλλων, προϋποθέσεις:
1ον. Την απάλειψη της επιβολής προστίμων των τροποποιητικών δηλώσεων όσο και τη μη επιβολή ποινών για το αρχικό διάστημα εφαρμογής του όλου εγχειρήματος με εξαίρεση την άρνηση αποστολής στοιχείων.
2ον. Τον μηδενισμό των ορίων του άρθρου 38 του νόμου 2873/2000, δηλαδή από μηδενική βάση το όριο της διάταξης του άρθρου 38 του Ν. 2873/2000 (50.000,00 ευρώ όπως ισχύει με την απόφαση Α.1123/2019) υποχρεωτικής υπογραφής δηλώσεων, βιβλίων και οικονομικών καταστάσεων για να ταυτίζεται με την νεότερη διάταξη (που κατισχύει) της παρ. 4 του άρθρου 5 του Ν. 4308/2015 (ΕΛΠ), που προβλέπει υπογραφή όλων των οικονομικών καταστάσεων και δηλώσεων από μηδενική βάση.
Η υποχρεωτική διαβίβαση των δεδομένων των οντοτήτων στην Α.Α.Δ.Ε. αποκλειστικά διαμέσου εξουσιοδοτημένου για το λόγο αυτό Λογιστή-Φοροτεχνικού που ασκεί νομίμως το επάγγελμα αυτό, αποτελεί απαραίτητη ανάγκη για την επιτυχία της όλης προσπάθειας και τη διασφάλιση της τήρησης της νομιμότητας μέσω μάλιστα και της ήδη νομοθετημένης ψηφιακής υπογραφής. Το όριο αυτό είναι σήμερα οι 50.000€ και αποτελεί «παραθυράκι» σε μη επαγγελματίες να προβούν σε δηλώσεις επιχειρήσεων χωρίς την συνδρομή αδειούχου Λογιστή – Φοροτεχνικού. Το δε ποσοστό ανέρχεται στο 67% περίπου του συνόλου των επιχειρήσεων.
3ον. Μια ακόμη προϋπόθεση που θέτουμε και θα ήθελα να επισημάνω είναι το θέμα της υγείας του λογιστή. Επειδή ακριβώς έχουμε επωμισθεί όλες τις δηλωτικές υποχρεώσεις επιχειρήσεων και πολιτών, θα πρέπει να έχουμε το δικαίωμα να αρρωστήσουμε, χωρίς να «κρεμάσουμε» τους πελάτες μας. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε με το άρθρο 93 του ν. 4764 (ΦΕΚ α’ 256/23.12.2020), όπου καλύπτονται οι περιπτώσεις ασθένειας ή θανάτου λογιστή – φοροτεχνικού λόγω κορωνοϊού COVID-19. Βέβαια η παραπάνω διάταξη, όπως άλλωστε είναι και η πάγια θέση μας, πρέπει να διευρυνθεί ώστε να περιλαμβάνει κάθε λόγο σοβαρής ασθένειας ή θανάτου, όσο και τις περιπτώσεις εγκυμοσύνης των γυναικών συναδέλφων.
4ον. Την κατάργηση των Μ.Υ.Φ. Είναι αυτονόητο ότι με την χρήση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης και των ηλεκτρονικών βιβλίων, παρέλκει η ανάγκη ξεχωριστής καταχώρησης στην πλατφόρμα των ΜΥΦ.
5ον. Ειδικά για το διάστημα του COVID-19, όλα τα πρόστιμα και για όλες τις δηλωτικές υποχρεώσεις (ασφαλιστικές και φορολογικές), να έχουν ενδεικτικό ποσό 1 ευρώ για λόγους ανωτέρας βίας (εφαρμογή της σχετικής διάταξης του αρ. 61 του ΚΦΔ – Ν. 4174/2013).
6ον. Κανένα πρόστιμο σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής (διορθωτικής) δήλωσης (με ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του ΦΠΑ και παρακρατούμενων φόρων) στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, και γενικά όλων των δηλωτικών υποχρεώσεων τελών και φόρων εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.
7ον. Καθιέρωση ενδεικτικού ελάχιστου κόστους για όλες τις εργασίες του Λογιστή – Φοροτεχνικού. Bασική προϋπόθεση για την πλήρη εφαρμογή των ηλεκτρονικών βιβλίων (myDATA) είναι ότι πρέπει τα λογιστικά μας προγράμματα, καθώς και τα εμπορικά λογισμικά, να μπορούν αυτόματα να μετατρέψουν τις καταχωρήσεις που ήδη κάνουν, ώστε να διασφαλιστεί η εξοικονόμηση χρόνου και κόπου που υπόσχεται η εφαρμογή των ηλεκτρονικών βιβλίων, με τον αυτόματο συγχρονισμό των ήδη «ανεβασμένων» παραστατικών. Nα μην βρεθούμε αντιμέτωποι με ακόμα περισσότερες διεργασίες που θα έρθουν να προστεθούν στον ήδη βεβαρυμμένο (ειδικά εν καιρώ πανδημίας) φόρτο εργασίας μας.
Για αυτό το λόγο, ως Ομοσπονδία, και σε συνεργασία με την ΑΑΔΕ, έχουμε οργανώσει σεμινάρια με σκοπό την ενημέρωση και εξοικείωση των συναδέλφων, άλλα και των επιχειρήσεων, στην καινούρια ψηφιακή πραγματικότητα που έχει ήδη έρθει.
Πέραν αυτών όμως, θα πρέπει και η ΑΑΔΕ να κάνει μια πιο ευρεία καμπάνια ενημέρωσης του επιχειρηματικού κόσμου και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ώστε να γίνει άμεσα αντιληπτό το μέτρο από τους επαγγελματίες και τις επιχειρήσεις.
Από την πλευρά της ΑΑΔΕ, η εφαρμογή των myDATA θα έχει επίσης σημαντική συμβολή στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και στον περιορισμό των φαινομένων έκδοσης πλαστών εικονικών τιμολογίων αλλά και των πιο «σίγουρων επιστροφών φόρων».
Θεωρώ, λοιπόν με όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις ότι η εφαρμογή των myDATA και της ηλεκτρονικής τιμολόγησης θα έχει μακροπρόθεσμα θετικό αντίκτυπο τόσο στον κλάδο των Λογιστών – Φοροτεχνικών, όσο και στις επιχειρήσεις που εξυπηρετούν, καθώς θα διευκολύνουν την καθημερινότητα την εκπλήρωση των υποχρεώσεων τους, μέσω της εξοικονόμησης χρόνου από την αυτοματοποίηση των διαδικασιών και δηλωτικών υποχρεώσεων, και της μείωσης του γραφειοκρατικού κόστους. Ταυτόχρονα θα εξασφαλιστεί ο έλεγχος των συναλλαγών των επιχειρήσεων ως προς τη ρητή υποχρέωση και ευθύνη του Λογιστή – Φοροτεχνικού «να μεταφέρει ορθά τα δεδομένα των στοιχείων στα βιβλία και μέσω αυτών στις κάθε είδους δηλώσεις», διασφαλίζοντας τη διαφάνεια των συναλλαγών και θα αποτελέσει ασπίδα των υγειών επιχειρήσεων, που «επιθυμούν» τον θεμιτό και υγιή ανταγωνισμό.
Στα θετικά συμπεριλαμβάνεται και το κίνητρο για την ηλεκτρονική τιμολόγηση και τον πάροχο, με τη μείωση της παραγραφής των φορολογικών υποθέσεών τους από 5 σε 3 χρόνια και την υπεραπόσβεση του κόστους της δαπάνης για την αρχική προμήθεια τεχνικού εξοπλισμού και λογισμικού που απαιτείται για την εφαρμογή της. Μένει βέβαια να δούμε ανάλογη αντιμετώπιση για τα λογιστικά μας προγράμματα, αλλά και για τα εμπορικά προγράμματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν.