Του Δρ. Κωνσταντίνου Σταθόπουλου, Καθηγητή, Alliance Manchester Business School, The University of Manchester
Η τρέχουσα διαβούλευση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) σχετικά με τη «βιώσιμη εταιρική διακυβέρνηση», είναι το τελευταίο στάδιο του σχεδίου δράσης για τη χρηματοδότηση της βιώσιμης ανάπτυξης που η ΕΕ διατύπωσε το 2018. Ποιοι κίνδυνοι ελλοχεύουν στην προσπάθεια ρύθμισης της «κοινωνικής άδειας» λειτουργίας των επιχειρήσεων; Σημαντικές αλλαγές στους κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφαίνονται στον ορίζοντα, με τη διαβούλευση για τη βιώσιμη εταιρική διακυβέρνηση να βρίσκεται σε εξέλιξη. Η ανάγκη ρύθμισης των εταιρικών αποφάσεων που έχουν σημαντικό κοινωνικό αντίκτυπο είναι δεδομένη, ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά στις προτάσεις που βρίσκονται στο τραπέζι, χτυπά καμπανάκι κινδύνου.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΆ ΠΡΟΒΛΉΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΛΉΨΕΙΣ
Τον Φεβρουάριο του 2019, η EΕ ανέθεσε στην EY να μελετήσει τις βασικές αιτίες της εταιρικής βραχυπρόθεσμης στόχευσης (corporate short-termism), δηλαδή, της υπερβολικής εστίασης στη δημιουργία βραχυπρόθεσμων εταιρικών κερδών. Απώτερος σκοπός, ήταν να εντοπιστούν περιοχές μέσα από τις οποίες θα μπορούσαν να αναδειχθούν νέοι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης, ικανοί να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο. Η έκθεση δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2020 και αποτελεί το υπόβαθρο της τρέχουσας κοινοτικής διαβούλευσης η οποία προβλέπεται να εισάγει νέες ευρωπαϊκές οδηγίες και παράλληλα να επιφέρει αλλαγές σε σημαντικές υπάρχουσες, όπως για παράδειγμα, στην οδηγία για τα Δικαιώματα των Μετόχων (Shareholder Rights Directive II).
Παρόλες τις θετικές πτυχές στην ανάλυση και στις συστάσεις που διατυπώνει, μια πιο προσεκτική ματιά αναδεικνύει ερμηνευτικά προβλήματα και προκαταλήψεις που μπορούν να καταστήσουν ορισμένες από τις συστάσεις της έκθεσης αντιπαραγωγικές. Βασισμένη για παράδειγμα στη λανθασμένη υπόθεση ότι οι μέτοχοι προτιμούν την βραχυπρόθεσμη στόχευση ακόμη και αν καταλήγει να καταστρέφει την μακροπρόθεσμη αξία της εταιρείας επειδή, δυνητικά, αυξάνει την τιμή των μετοχών τους στον παρόντα χρόνο, η έκθεση φαίνεται να οδηγείται εσφαλμένα στο να αντιπαραθέτει τα συμφέροντα των μετόχων με τα συμφέροντα άλλων άμεσα εμπλεκομένων μερών (stakeholders).
Η ΠΑΡΕΝΈΡΓΕΙΑ ΤΗΣ «ΑΣΥΛΊΑΣ» ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΎ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
Στο πλαίσιο αυτό, μία από τις επτά βασικές προτάσεις της έκθεσης δημιουργεί τα περισσότερα ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητά της. Η πρόταση αυτή αφορά στη θέσπιση νέας νομοθεσίας που θα απαιτεί από τα στελέχη του διοικητικού συμβουλίου, ως μέρος των καθηκόντων τους, να εξισορροπούν τα συμφέροντα διαφόρων ενδιαφερομένων μερών (π.χ. εργαζομένων, πελατών, τοπικού και παγκοσμίου περιβάλλοντος αλλά και της κοινωνίας γενικότερα) με τα συμφέροντα των μετόχων. Όμως, εάν τα στελέχη καταστούν νομικά υπεύθυνα για τα συμφέροντα όλων αυτών των ενδιαφερομένων μερών, στην πράξη, δεν θα είναι πλέον υπόλογα σε κανέναν.
Τα στελέχη θα μπορούν εύκολα να δικαιολογήσουν οποιαδήποτε εταιρική απόφαση στη βάση της προσπάθειας εξισορρόπησης των συμφερόντων διαφόρων μερών, οδηγώντας τα σε πραγματική ασυλία. Επί της ουσίας, θα είναι αδύνατο να εφαρμοστεί επαρκώς ο «κανόνας επιχειρηματικής κρίσης», τον οποίο χρησιμοποιούν τα δικαστήρια για τον προσδιορισμό της ευθύνης των στελεχών σε αρκετές χώρες.
ΖΗΤΟΎΜΕΝΟ ΕΊΝΑΙ Η ΚΑΛΛΙΈΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ESG ΚΟΥΛΤΟΎΡΑΣ
Ασφαλώς και υπάρχει ανάγκη ρύθμισης των εταιρικών αποφάσεων που έχουν κοινωνικό αντίκτυπο. Η εταιρική συμπεριφορά σε σημαντικά κοινωνικά ζητήματα -όπως η ασφάλεια των εργαζομένων, η φορολογία, η περιβαλλοντική αειφορία-, σχετίζεται με την «κοινωνική άδεια» που οι εταιρικοί οργανισμοί απολαμβάνουν λειτουργώντας μέσα σε μια κοινωνία. Ωστόσο, τα κράτη δεν θα λύσουν το πρόβλημα μεταφέροντας το «βάρος» αυτών των ρυθμίσεων στους επενδυτές, αλλά καλλιεργώντας σε επενδυτές και στελέχη την αξία δημιουργίας εταιρικού σκοπού που ευθυγραμμίζεται με παράγοντες που εστιάζουν σε θέματα Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά και Διακυβέρνησης (ESG agenda). Η ευθυγράμμιση αυτή θα συμβάλει στη δημιουργία εταιρικής αξίας όχι μόνο για τους μετόχους, αλλά και για άλλα εμπλεκόμενα μέρη, για παράδειγμα μέσω της εταιρικής καινοτομίας και της αυξημένης παραγωγικότητας και αποδοτικότητας των εργαζομένων.