Πυκνό από οικονομικές εξελίξεις ήταν το προηγούμενο διάστημα για την ελληνική οικονομία, με τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών να κινούνται προς τη θετική κατεύθυνση, παρά το δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον, το οποίο επιβαρύνει ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι συνέπειές του.
Οι πλέον σημαντικές εξελίξεις αφορούν στα μέτρα στήριξης των πολιτών που ανακοίνωσε το οικονομικό επιτελείο, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο αξιολόγησης DBRS Morningstar, η επιβράβευση από το Eurogroup της πορείας της ελληνικής οικονομίας κατά τη συζήτηση της 13ης Έκθεσης Ενισχυμένης Εποπτείας, τα θετικά στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ΑΕΠ το 4ο τρίμηνο του 2021, αλλά και στο σύνολο του 2021 – τα οποία αποτελούν την βάση για περαιτέρω μέτρα στήριξης της κοινωνίας το 2022 -, αλλά και η ένταξη στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας 70 νέων έργων συνολικού προϋπολογισμού 2,4 δισ. ευρώ. Να σημειωθεί εδώ ότι με τα 70 αυτά νέα έργα, ο συνολικός προϋπολογισμός των 173 έργων που έχουν λάβει έγκριση υλοποίησης, στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0» διαμορφώνεται στα 8,5 δις. ευρώ, ένα εξαιρετικά σημαντικό ποσό που υπό προϋποθέσεις μπορεί να αλλάξει τόσο την δομή της ελληνικής οικονομίας, όσο και του παραγωγικού της μοντέλου. Η σκιά ωστόσο που πλανάται πάνω από όλες τις παραπάνω θετικές εξελίξεις είναι η ενεργειακή ακρίβεια και ο υψηλός πληθωρισμός, ο οποίος τον Φεβρουάριο ανήλθε στο 7,2%, ενώ και τον Μάρτιο κινήθηκε στα ίδια υψηλά επίπεδα πλησιάζοντας κατ’ εκτιμήσεις παραγόντων του Υπουργείου Οικονομικών το 8%.
ΕΛΣΤΑΤ: Αύξηση ΑΕΠ κατά 8,3% το 2021
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και την πρώτη της εκτίμηση για το ΑΕΠ του 2021, το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 8,3% και σε όρους αξίας διαμορφώθηκε στα 181 δισ. ευρώ έναντι 167,1 δισ. ευρώ το 2020, μειώνοντας σημαντικά την απόκλιση από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2019 (183,6 δισ. ευρώ). Ύστερα από μια χρονιά ύφεσης της τάξεως του -9,0% το 2020, τον ρυθμό ανάπτυξης του 2021 στηρίζει θετικά το σύνολο των βασικών παραμέτρων του, με μόνη εξαίρεση τη μεταβολή των αποθεμάτων.
Εξετάζοντας τα επιμέρους τριμηνιαία εποχικά εξομαλυμένα στοιχεία, παρατηρείται η προς τα κάτω αναθεώρηση των στοιχείων του πρώτου 9μήνου κατά μέσο όρο στο 8,4% έναντι προηγούμενης εκτίμησης για 9,4%. Επίσης, το δ’ τρίμηνο το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 7,7% σε ετήσια βάση, όταν όμως στο ονομαστικό ΑΕΠ (τρέχουσες τιμές) η άνοδος έφτασε το 13,3%. Η απόκλιση αυτή αποτυπώνει το εύρος της επίπτωσης της αύξησης των τιμών στην οικονομική δραστηριότητα. Το 2021 το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο 14,8% (2020: 16,3%).
Ωστόσο, οι πληθωριστικές πιέσεις από την πλευρά της ενέργειας και της διατροφής εμμένουν και ο πληθωρισμός έφτασε στο 7,2% τον Φεβρουάριο, όταν ο δομικός κυμαίνεται οριακά πάνω από 1%. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, παρά την αβεβαιότητα που διακρίνει το διεθνές περιβάλλον, θετικά στοιχεία αναφορικά με τις προοπτικές της οικονομίας αποτελούν η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο DBRS κατά μια βαθμίδα σε BB (high) από BB, με stable outlook, η θετική προκαταρκτική αξιολόγηση της Ε.Ε. για το πρώτο αίτημα πληρωμής, ύψους 3,6 δισ. ευρώ στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0», καθώς και η έγκριση από το Eurogroup ώστε η Ελλάδα να προχωρήσει στην πρόωρη πλήρη αποπληρωμή του υπολοίπου των δανείων του ΔΝΤ ύψους 1,8 δισ. ευρώ. Σε κοινή τους δήλωση και σχολιάζοντας τα παραπάνω στοιχεία, ο Υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας και ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης επισήμαναν ως θετικό στοιχείο το γεγονός ότι η ανάκαμψη εδράζεται, μεταξύ άλλων, στη σημαντική ενίσχυση των επενδύσεων και των καθαρών εξαγωγών. Επενδύσεις που όπως εκτιμούν, θα παρουσιάσουν τη 2η μεγαλύτερη αύξηση στην ευρωζώνη και εξαγωγές που διαμορφώνονται σε ιστορικά υψηλό επίπεδο.
Η αναβάθμιση από την DBRS Morningstar
Σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο οι προηγούμενες ημέρες ήταν ιδιαίτερα θετικές για την ελληνική οικονομία, με αιχμή όπως είπαμε την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από την DBRS Morningstar, αλλά και τα εύσημα του Eurogroup για την ευρύτερη πορεία της. Το Υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι με την αναβάθμιση αυτή κατά μια βαθμίδα, οδηγεί την χώρα ένα βήμα πριν την επενδυτική βαθμίδα, εξέλιξη που αν μη τι άλλο θα δώσει άλλον αέρα στο οικονομικό επιτελείο. Σχολιάζοντας την παραπάνω εξέλιξη, ο Υπουργός Οικονομικών δήλωσε μεταξύ άλλων ότι «η αναβάθμιση στέλνει το μήνυμα ότι η ελληνική οικονομία κινείται αταλάντευτα προς τη σωστή κατεύθυνση, ακόμη και υπό τις παρούσες αντίξοες συνθήκες, δημιουργώντας έναν καθαρό και ρεαλιστικό διάδρομο για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, μέσα στο 2023. Και κάνει ένα βήμα προς την κατάκτηση ενός πολύ σημαντικού στόχου για το μέλλον της». Στο ίδιο μήκος κύματος και το σχόλιο του Υπουργού για τα εύσημα του Eurogroup, στο οποίο αναφέρει ότι «η Ελλάδα, παρά την υψηλή αβεβαιότητα που επικρατεί διεθνώς, συνεχίζει, με νηφαλιότητα, σύνεση, μεθοδικότητα και αποφασιστικότητα, να υλοποιεί πολιτικές για την περαιτέρω ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, την επίτευξη υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, τη δημιουργία πολλών, καλών νέων θέσεων απασχόλησης, την τόνωση της κοινωνικής συνοχής και την ενδυνάμωση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας».
Οι 6 παρεμβάσεις στήριξης
Αναμφισβήτητα η πλέον σημαντική εξέλιξη, με άμεση επίπτωση στο εσωτερικό της χώρας, αφορούσε στην ανακοίνωση των επιπλέον μέτρων στήριξης, πρωτίστως στα ευάλωτα νοικοκυριά και τις ευπαθείς κοινωνικά ομάδες. Τα πλέον σημαντικά είναι τα εξής:
1η Παρέμβαση: Αύξηση της επιδότησης ρεύματος και φυσικού αερίου σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με έκτακτη επιδότηση ρεύματος για τις μικρές επιχειρήσεις. Το συνολικό κόστος αυτών των παρεμβάσεων εκτιμάται στα 640 εκατ. ευρώ για τον Απρίλιο.
2η Παρέμβαση: Ενίσχυση των ευάλωτων πολιτών. Χορηγείται έκτακτη ενίσχυση σε 1,4 εκατομμύρια νοικοκυριά, με περισσότερα από 3,2 εκατομμύρια μέλη, προκειμένου αυτά να καλύψουν μέρος των αυξημένων τιμών αγαθών και ενέργειας. Η ενίσχυση θα καταβληθεί πριν το Πάσχα και αφορά στην χορήγηση 1,5 επιπλέον μηνιαίας δόσης επιδόματος παιδιού τον Απρίλιο, στους δικαιούχους Μαρτίου, δηλαδή δόση που αντιστοιχεί σε 1,5 μήνα, ενίσχυση 200 ευρώ σε 677.000 χαμηλοσυνταξιούχους, ενίσχυση 200 ευρώ σε 35.000 ανασφάλιστους υπερήλικες, ενίσχυση 200 ευρώ σε 167.000 δικαιούχους επιδομάτων ΑΜΕΑ, καθώς και χορήγηση διπλής δόσης ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος σε 240.000 δικαιούχους του. Το συνολικό κόστος αυτών των παρεμβάσεων διαμορφώνεται στα 324 εκατ. ευρώ.
3η Παρέμβαση: Επιδότηση κατανάλωσης καυσίμων φυσικών προσώπων και μείωση της τιμής του πετρελαίου κίνησης. Συγκεκριμένα:
Α. Χορηγείται απευθείας επιδότηση καυσίμων στους πολίτες, που καλύπτει μέρος των αυξήσεων των τιμών για 3 μήνες στα φυσικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των ελεύθερων επαγγελματιών. Η επιδότηση θα δοθεί με τη μορφή ηλεκτρονικής κάρτας, στα πρότυπα του freedom pass, ενώ για τους πολίτες που δεν έχουν τη δυνατότητα χρήσης της, το ποσό θα κατατίθεται σε τραπεζικό λογαριασμό της επιλογής τους. Επιλέξιμα είναι φυσικά πρόσωπα, φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδος, με δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα έως 30.000 ευρώ. Σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών, υπολογίζεται ότι 3 εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα διαθέτουν τουλάχιστον ένα αυτοκίνητο και δηλώνουν μέχρι το ανωτέρω οικογενειακό εισόδημα. Η επιδότηση θα αφορά 60 λίτρα καυσίμου μηνιαίως, και θα ισούται με 22 λεπτά το λίτρο. Να σημειωθεί εδώ ότι η μέση κατανάλωση ανά φορολογούμενο εκτιμάται στα 54 λίτρα καυσίμου τον μήνα. Ειδικά για τους πολίτες που έχουν κύρια κατοικία σε νησιωτική περιοχή, η επιδότηση ενισχύεται και ανέρχεται στα 28 λεπτά το λίτρο. Το συνολικό κόστος αυτής της παρέμβασης ανέρχεται στα 130 εκατ. ευρώ.
Β. Επιδοτείται στην πηγή, από τον κρατικό προϋπολογισμό, η τιμή πώλησης του πετρελαίου κίνησης (diesel) για τον Απρίλιο, ώστε το όφελος στην τελική τιμή για τον καταναλωτή να ανέλθει στα 15 λεπτά το λίτρο. Το κόστος της παρέμβασης εκτιμάται περίπου στα 23 εκατ. ευρώ.
Γ. Δίνεται, κατά τον μήνα Απρίλιο, ενίσχυση ύψους 200 ευρώ στις υπηρεσίες ταξί, ώστε να καλυφθεί μέρος του αυξημένου κόστους καυσίμου για την συγκεκριμένη αυτή περίοδο.
4η Παρέμβαση: Αυξάνεται η περίοδος αποπληρωμής όλων των επιστρεπτέων προκαταβολών από 60 σε 96 άτοκες δόσεις, ενώ παραμένει η έκπτωση 15% σε περίπτωση που αυτές επιστραφούν εφάπαξ. Υπενθυμίζεται ότι οι επιστρεπτέες προκαταβολές που χορηγήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, κυρίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ανέρχονται στα 8,3 δισ. ευρώ. Από αυτές, μετά τις παρεμβάσεις του Υπουργείου Οικονομικών, οι βεβαιωμένες οφειλές διαμορφώνονται χαμηλότερα, στα 3 δισ. ευρώ. Το συνολικό πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος αυτών των 4 παρεμβάσεων υπερβαίνει το 1,1 δισ. ευρώ.
5η Παρέμβαση: Μειώνεται, περαιτέρω ο ΕΝΦΙΑ. Μέσα σε 2,5 χρόνια, η συνολική μείωσή του ανέρχεται στο 35% σε σχέση με το 2018 κάτι που σημαίνει ότι τα φυσικά πρόσωπα θα πληρώνουν, από εφέτος, συνολικά 920 εκατ. ευρώ λιγότερα από το 2018. Συγκεκριμένα, 8 στους 10 πολίτες, το 80% των φυσικών προσώπων που θα πληρώσουν φόρο ακίνητης περιουσίας το 2022, δηλαδή περίπου 5 εκατ. φορολογούμενοι, θα δουν μεγαλύτερη μείωση του ΕΝΦΙΑ. Το συνολικό ποσό βεβαίωσης εκτιμάται μειωμένο κατά 360 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2021.
6η Παρέμβαση: Ενίσχυση των αγροτών. Καθορίζεται, για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) κινητήρων που χρησιμοποιείται αποκλειστικά στη γεωργία, μηδενικός συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης ανά χιλιόλιτρο, για το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου έως και την 31η Δεκεμβρίου 2022. Τέλος, καθορίζεται συντελεστής Φ.Π.Α. 6%, αντί του 13% που ισχύει σήμερα, για τα λιπάσματα. Κατά τις εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών, το συνολικό δημοσιονομικό κόστος αυτών των παρεμβάσεων στον πρωτογενή τομέα υπερβαίνει τα 200 εκατ. ευρώ.
Συμπερασματικά, το συνολικό κόστος των 6 παραπάνω παρεμβάσεων υπερβαίνει τα 1,7 δισ. ευρώ. Με τις προηγούμενες ωστόσο παρεμβάσεις που αφορούσαν στις εκπτώσεις στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου από τον περυσινό Σεπτέμβριο, στο αυξημένο επίδομα θέρμανσης και στην στοχευμένη εισοδηματική ενίσχυση του περυσινού Δεκεμβρίου, το σύνολο των μέτρων, που έχουν ήδη υλοποιηθεί ή θα υλοποιηθούν, ξεπερνά σύμφωνα με το Υπουργείο τα 3,7 δισ. ευρώ.
70 έργα, ύψους 2,4 δισ. ευρώ, στο Ταμείο Ανάκαμψης
Η ένταξη στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας 70 νέων έργων, συνολικού προϋπολογισμού 2,4 δισ. ευρώ, την οποία υπέγραψε ο αρμόδιος για την υλοποίηση του «Ελλάδα 2.0» Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης αποτέλεσε μια ακόμα ισχυρή ενισχυτική δόση στην προσπάθεια διατήρησης του θετικού momentum της ελληνικής οικονομίας. Οι εντάξεις καλύπτουν και τους τέσσερις πυλώνες του Εθνικού Σχεδίου. Συγκεκριμένα, 3 έργα αφορούν στην «Πράσινη Μετάβαση» και έχουν προϋπολογισμό 255,81 εκατ. ευρώ, 6 έργα στην «Ψηφιακή μετάβαση», ύψους 349,48 εκατ. ευρώ, 24 έργα προϋπολογισμού 852,79 εκατ. ευρώ σε «Απασχόληση – Δεξιότητες – Κοινωνική Συνοχή» και 37 έργα, ύψους 931,67 εκατ. ευρώ, σε «Ιδιωτικές επενδύσεις και μετασχηματισμό της οικονομίας». Μετά και από τις παραπάνω εντάξεις, ο συνολικός προϋπολογισμός των 173 έργων που έχουν λάβει έγκριση υλοποίησης, στο πλαίσιο του «Ελλάδα 2.0», διαμορφώνεται σε 8,5 δισ. ευρώ. Σημειώνεται πως τον Ιούλιο του 2021 ανακοινώθηκαν τα πρώτα 12 έργα (1,42 δισ. ευρώ) που εντάχθηκαν στο Ταμείο, ακολούθησαν 36 έργα (1,34 δισ. ευρώ) τον Οκτώβριο του 2021 και ακόμη 55 (3,35 δισ. ευρώ) τον Ιανουάριο του 2022.
Ναι μεν, αλλά
Παρά τις παραπάνω πρωτοβουλίες του Υπουργείου Οικονομικών ωστόσο, η οικονομία εισέρχεται για άλλη μια φορά σε αχαρτογράφητα νερά, με τον πόλεμο στην Ουκρανία και της επιπτώσεις του να κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη από πάνω της. Ο πληθωρισμός στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινείται σε υψηλά επίπεδα, ενώ οι εξελίξεις στο γεωπολιτικό μέτωπο και οι αυξητικές τάσεις στις ενεργειακές τιμές αλλάζουν όλη την οικονομική ατζέντα του 2022.
Ιδιαίτερα κατατοπιστικά ήταν όσα ακούστηκαν στο διήμερο συνέδριο του Oικονομικού Ταχυδρόμου, το ΟΤ Forum, στο οποίο αναλυτές, στελέχη της αγοράς, η ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, αλλά και ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, αναφέρθηκαν στις προσεχείς αναθεωρήσεις των οικονομικών προβλέψεων. Όπως επισήμαναν στο ΟΤ Forum στελέχη του οικονομικού επιτελείου και των τραπεζών οι μέχρι τώρα εξελίξεις «κόβουν» από την ανάπτυξη τουλάχιστον από 1 έως 2 ποσοστιαίες μονάδες. Κύριος παράγοντας του καθορισμού των αναπτυξιακών και των δημοσιονομικών προοπτικών είναι η διάρκεια του πολέμου και οι εξελίξεις γύρω από την ενεργειακή κρίση. Τα επικαιροποιημένα σενάρια δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για το 2022 και οι τιμές ενδέχεται να διατηρηθούν υψηλές για μήνες, ακόμα και μετά τη λήξη του πολέμου. Οι αναλυτές βλέπουν κορύφωση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη κοντά στο 9% το καλοκαίρι, ενώ οι τιμές αναμένεται να μείνουν υψηλές έως τις αρχές του 2023. Ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση κατάθεσε πριν λίγες μόλις ημέρες συμπληρωματικό προϋπολογισμό, με 2 δισ. ευρώ επιπλέον ενίσχυση. Από αυτά, τα 500 εκατ. ευρώ θα διοχετευτούν στην ενίσχυση των νοικοκυριών λόγω ακρίβειας, ενώ τα υπόλοιπα για μελλοντικές παρεμβάσεις.
Ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης, μιλώντας στο OT Forum, ανέφερε ότι η μίνιμουμ ζημιά θα είναι 1 ποσοστιαία μονάδα, ενώ το μέγιστο δεν μπορεί ακόμα να προβλεφθεί. Ο ίδιος εκτίμησε ότι είναι πιθανό να πληγεί το επενδυτικό κλίμα και σημείωσε τον ενδεχόμενο κίνδυνο από τη διακοπή φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Τόνισε δε ότι το καλό σενάριο είναι να υπάρξει σοβαρή αποκλιμάκωση μέχρι τις αρχές Μαΐου, ενώ το κακό είναι να υπάρξει πολύμηνη παράταση. Από την άλλη πλευρά, ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας μιλώντας στο ίδιο forum προέβλεψε μείωση του ΑΕΠ κατά 1% και ταυτόχρονη άνοδο του πληθωρισμού κατά 1% υπό την προϋπόθεση ότι θα σταματήσουν σύντομα οι εχθροπραξίες στην Ουκρανία.
Σε περίπτωση μεγαλύτερης διάρκειας του πολέμου, τότε η μείωση στο ΑΕΠ θα είναι από 2% και πάνω. Εκτίμησε τέλος ότι ακόμη και στο δυσμενές σενάριο – να συνεχιστεί ο πόλεμος μέχρι το καλοκαίρι – δεν αναμένεται να προκύψει ύφεση για την Ελλάδα. Σε κάθε περίπτωση όμως, όλα τα παραπάνω τελούν υπό την αίρεση των εξελίξεων στην Ουκρανία, την ένταση και την διάρκεια των οποίων δεν μπορεί κανείς να προβλέψει.
6η Έκθεση Προόδου σχετικά με το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους
Το ιδιωτικό χρέος αποτελεί τα τελευταία χρόνια ένα ιδιαίτερα δύσκολο πρόβλημα για την ελληνική οικονομία, το οποίο λειτουργεί πολλές φορές και ως τροχοπέδη στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της. Υπό αυτή την έννοια η παρουσίαση από το Υπουργείο Οικονομικών της 6ης Έκθεσης Προόδου για την πορεία του αποτέλεσε ιδιαίτερα σημαντικό γεγονός. Στην έκθεση, η οποία συντάχθηκε υπό τον συντονισμό της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, αποτυπώνεται, με αριθμητικά στοιχεία, η πορεία εξέλιξης των δράσεων σχετικά με την αντιμετώπιση του ζητήματος του ιδιωτικού χρέους. Σύμφωνα με αυτή, οι δράσεις που έχουν ληφθεί, κατηγοριοποιούνται ως εξής:
1. Παροχή κρατικής επιδότησης σε δάνεια νοικοκυριών και επιχειρήσεων που επλήγησαν από την πανδημία του κορονοϊού. Η στήριξη σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις με κρατική επιδότηση φθάνει έως 90% της δόσης δανείου. Επιδότηση, η οποία έως και τέλος Φεβρουαρίου 2022, φτάνει συνολικά στα 557,67 εκατ. ευρώ, μέσω των προγραμμάτων Γέφυρα 1 και Γέφυρα 2, αλλά και μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας για την Προστασία της Κύριας Κατοικίας (Ν. 4605/2019)
2. Ρυθμίσεις και αναστολές Δανείων, οι οποίες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες:
Α. Ρυθμίσεις μέσω του νέου εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών για φυσικά και νομικά πρόσωπα (Ν.4738/2020). Σύμφωνα με την Έκθεση, μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου, 137 δανειολήπτες έλαβαν πρόταση ρύθμισης για να ρυθμίσουν επιτυχώς τα χρέη τους, εφόσον την αποδεχτούν. Οι ρυθμίσεις μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού παράγονται από αυτοματοποιημένο αλγόριθμο, ο οποίος λαμβάνει υπόψη την αξία της περιουσίας και του διαθέσιμου εισοδήματος τόσο του οφειλέτη όσο και των συνοφειλετών – εγγυητών του.
Β. Ρυθμίσεις που διενήργησαν οι Τράπεζες και οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, διμερώς, με τους οφειλέτες. Όσον αφορά στις ρυθμίσεις δανείων, από τον Ιούλιο του 2019 έως τα τέλη Ιανουαρίου του 2022, ρυθμίστηκαν επιτυχώς 632.998 δάνεια (στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά), συνολικού ύψους 35,85 δισ. ευρώ. Τέλος, όσον αφορά στις αναστολές πληρωμής δανείων, από τα μέσα Μαρτίου 2020 έως τα τέλη Ιανουαρίου 2022, δόθηκε η δυνατότητα αναστολής πληρωμής σε 408.632 δάνεια, ύψους 28,78 δισ. ευρώ, από τις Τράπεζες και τις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις.