Οι πρόσφατες δυσλειτουργίες που ανέκυψαν στην αντιμετώπιση της χιονοθύελλας «Ελπίδα» επανάφεραν μετ’ επιτάσεως το ζήτημα της αποτελεσματικής αντιμετώπισης των ακραίων φυσικών φαινομένων και της προστασίας του περιβάλλοντος. Στο παρόν άρθρο καταθέτω μια νέα πρόταση για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση ακραίων φυσικών φαινομένων βασιζόμενος σε επιστημονικά ευρήματα και σε μεθόδους που μας προσφέρει η χρηματοοικονομική επιστήμη.
Για την διαμόρφωση της πρότασής μου, ξεκινάω από δύο δεδομένα. Πρώτον, η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η ατελής αντιμετώπιση των συνεπειών ακραίων φυσικών φαινομένων στην Ελλάδα συνεχίζονται παρά τις όποιες εξαγγελίες μέτρων. Η υποβάθμιση συμβαίνει τόσο μέσω μεγάλων περιβαλλοντικών καταστροφών και ακραίων φυσικών φαινομένων τα οποία ελκύουν την (παροδική) προσοχή των ιθυνόντων και των πολιτών, όσο και με φαινόμενα όπως η άναρχη/παράνομη οικοδόμηση, αναστολή των νόμων και οι ρυπογόνες δραστηριότητες, τα οποία δυστυχώς δεν ευαισθητοποιούν αμφότερους. Στο δε τομέα της άμεσης αντιμετώπισης των συνεπειών των ακραίων φαινομένων, οι ιθύνοντες διαχρονικά συχνά αιφνιδιάζονται και οι όποιες δράσεις τους δεν έχουν την απαιτούμενη αποτελεσματικότητα. Εκ του αποτελέσματος λοιπόν, απαιτείται ένα νέο πλαίσιο δράσης. Δεύτερον, η πρόσφατη επιστημονική μας έρευνα (βλ. Faccini, R. Matin, R. Skiadopoulos, G. (2021), Dissecting Climate Risks: Are they Reflected in Stock Prices? https://ssrn.com/abstract=3795964) έχει δείξει ότι οι επενδυτές ευαισθητοποιούνται μόνο όταν λαμβάνονται μέτρα από την Πολιτεία τα οποία θα έχουν ένα οικονομικό αντίκτυπο σε αυτούς με την μορφή κυρώσεων και επιβραβεύσεων (π.χ. οι ρυπογόνες εταιρίες να φορολογούνται βαρύτερα από τις μη ρυπογόνες). Είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι κάτι τέτοιο ισχύει και στην περίπτωση των τοπικών αρχόντων και των πολιτών, καθώς οι πολίτες και οι οργανισμοί κινητοποιούνται και ενεργούν οποτεδήποτε υπάρχουν νομοθετικές ρυθμίσεις με άμεσες οικονομικές επιδράσεις σε αυτούς (wake-up call).
Η πρότασή μου είναι να συνδεθεί η κρατική χρηματοδότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης (δήμοι και περιφέρειες) με το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα/επίδοση (footprint) και την ικανότητα τους να διαχειρίζονται τις κρίσεις. Με άλλα λόγια, οι Δήμοι και Περιφέρειες που είναι φιλικοί προς το περιβάλλον και διαχειρίζονται αποτελεσματικότερα τα ακραία καιρικά φαινόμενα να λαμβάνουν υψηλότερη κρατική χρηματοδότηση. Προς την αξιολόγηση των συγκεκριμένων επιδόσεων μπορούν να κατασκευαστούν δείκτες περιβαλλοντικής αξιολόγησης για δήμους και περιφέρειες στα πρότυπα των δεικτών ESG (Environmental-Social-Governance) που χρησιμοποιούνται για εταιρίες. Αναφορικά με την κατασκευή του δείκτη μέτρησης της περιβαλλοντικής επίδοσης του κάθε δήμου, αυτή μπορεί να γίνει με την βαθμολόγηση του δήμου σε κατηγορίες όπως αυτές της προστασίας δασών, παραλιών, υδάτων και αέρα, και φιλικών προς το περιβάλλον όρων δόμησης. Επίσης, στην κατασκευή του περιβαλλοντικού δείκτη τους θα πρέπει να προσμετρώνται τυχόν φυσικές καταστροφές εντός της επικράτειάς τους και η αποτελεσματικότητα αντιμετώπισης αυτών. Η αξιολόγηση της περιβαλλοντικής επίδοσης του κάθε δήμου θα γίνεται σε ετήσια βάση από μια ανεξάρτητη αρχή. Η αρχή αυτή μπορεί να είναι η Επιτροπή Περιβάλλοντος (κάτι που προϋποθέτει την επαρκή στελέχωσή της) η οποία θα επιλαμβάνεται και όλων των θεμάτων προστασίας του περιβάλλοντος όπως έχει προτείνει και η Επιτροπή Πισσαρίδη.
Το προτεινόμενο πλαίσιο δράσης χρησιμοποιεί εργαλεία της χρηματοοικονομικής επιστήμης και θα δημιουργήσει κίνητρα σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη για την προστασία του περιβάλλοντος, την πρόληψη περιβαλλοντικών καταστροφών και την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων. Θα επιβραβεύσει τους πρωτοπόρους και θα κινητροδοτήσει και τους υπόλοιπους να τους ακολουθήσουν. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης θα δημοσιοποιούνται στους πολίτες ώστε να γνωρίζουν και εκείνοι το αποτέλεσμα των ενεργειών των τοπικών αρχόντων και να τους αξιολογούν ανάλογα. Εκείνοι με τη σειρά τους πλέον θα έχουν κίνητρο να επιβλέψουν τη διαδικασία περιβαλλοντικής αναβάθμισης καθώς η χρηματοδότησή τους και τελικά οι πιθανότητες επανεκλογής τους θα εξαρτάται από αυτή. Έτσι, ενδεικτικά, δεν θα επιτρέπουν παράνομες χωματερές και το μπάζωμα ρεμάτων, θα καθαρίζουν τα οικόπεδα μεταφέροντας το κόστος στους μη συνεπείς δημότες, θα κλαδεύουν τα δέντρα ώστε να μην καταστρέφουν τα ηλεκτρικά καλώδια με την πρώτη χιονόπτωση, θα επιζητούν την κατεδάφιση των αυθαιρέτων, θα συνεννοούνται με τις εταιρίες εντός της επικράτειάς τους για μείωση των ρυπογόνων δραστηριοτήτων τους, θα λαμβάνουν μέτρα προστασίας των πολιτών σε περιόδους έκτακτων αναγκών διαθέτοντας επαρκή μέσα και οργανωμένο σχέδιο.
Επιπρόσθετα, οι περιβαλλοντικές αξιολογήσεις των δήμων θα διευρύνουν τους φορείς χρηματοδότησή τους και πέρα του κράτους, καθώς θα μπορούν να χρησιμοποιούνται και από τις τράπεζες και τους επενδυτές. Η περιβαλλοντική αξιολόγηση θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την διαμόρφωση των ασφαλίστρων για την (υποχρεωτική) ασφάλιση των κατοικιών που βρίσκονται εντός ή πλησίον δασικής έκτασης. Χαμηλή αξιολόγηση θα συνεπάγεται υψηλό ασφάλιστρο, όπως ακριβώς το ασφάλιστρο ενός αυτοκινήτου αυξάνεται όταν υπάρχει ιστορικό ατυχημάτων.
Η παραπάνω πρόταση δεν είναι ουτοπική. Αντιθέτως, τα συστατικά μέρη αυτής ήδη εφαρμόζονται σε άλλες χώρες και έχουν ποικίλες εφαρμογές. Στις Η.Π.Α. για παράδειγμα, υπάρχουν ήδη δείκτες ESG σε επίπεδο δήμων (municipal ESG ratings) οι οποίοι χρησιμοποιούνται για τις χρηματοδοτήσεις των αντίστοιχων περιφερειών από την αγορά μέσω δημοτικών ομολόγων (municipal bonds). Το κόστος δανεισμού για τους δήμους που είναι εκτεθειμένοι σε περιβαλλοντικούς κινδύνους είναι υψηλότερο. Επίσης, η σύνδεση της χρηματοδότησης δημόσιων οργανισμών με την αξιολόγηση αυτών δεν είναι πρωτόγνωρη στην Ελλάδα. Ήδη συμβαίνει και στον χώρο των Ελληνικών πανεπιστημίων με την ανάθεση της αξιολόγησης αυτών σε ανεξάρτητη αρχή (Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης, ΕΘΑΑΕ). Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης χρησιμοποιούνται από την πολιτεία για την χρηματοδότησή τους. Τέλος, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα πολλών εταιριών παγκοσμίως ήδη αξιολογείται με τους δείκτες ESG και ανάλογα με τις επιδόσεις τους χρηματοδοτούνται από τις χρηματαγορές και τις τράπεζες με το ανάλογο επιτόκιο.
Σύντομα, η Ελληνική Βουλή θα αποφασίσει για τον κλιματικό νόμο. Είναι ευκαιρία να ενσωματωθεί το παραπάνω πλαίσιο δράσης το οποίο πέρα από τα προφανή οφέλη για εμάς και τις επόμενες γενεές, θα έχει πολλαπλά οφέλη και για την Ελληνική οικονομία αυξάνοντας τις βιώσιμες επενδύσεις και την απασχόληση, ευεργετώντας τον τουρισμό, και ενθαρρύνοντας την παλινόστηση των Ελλήνων (brain gain), όπως έχω ήδη εξειδικεύσει σε πρωτύτερα άρθρα μου. Τα θέματα αυτά θα θίξουμε μεταξύ άλλων και στο προσεχές συνέδριο σε ESG το οποίο θα συνδιοργανώσει το Institute of Finance and Financial Regulation με την European Bank for Reconstruction and Development (EBRD).
Ο Γιώργος Σκιαδόπουλος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και στο Queen Mary University of London, Διευθυντής του Institute of Finance and Financial Regulation, Ερευνητικός Εταίρος στο Bayes Business School, City University of London, και μέλος του Group of Economic Advisors της European Securities and Markets Authority [email protected]