Η συζήτηση επί του Προσχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού 2023 ήταν το κυρίαρχο θέμα των προηγούμενων ημερών για την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα από τη στιγμή που ο συγκεκριμένος Προϋπολογισμός είναι ο πρώτος που κατατίθεται, μετά από 12 χρόνια, εκτός πλαισίου μνημονιακής επιτήρησης ή ενισχυμένης εποπτείας.

Κατά τη σχετική συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής, ο Υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας παρουσίασε μεταξύ άλλων την πορεία των βασικών δεικτών της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το ΑΕΠ της χώρας συνεχίζει να αυξάνεται με υψηλούς για την εποχή και τα δεδομένα της, ρυθμούς. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 5,3% για το 2022 και 2,1% για το 2023. Το ΑΕΠ αναμένεται να υπερβεί, σε τρέχουσες τιμές, τα 220 δισ. ευρώ το 2023, αγγίζοντας τα επίπεδα του 2010, με την κυβέρνηση να εκτιμά ότι πιθανόν αυτές οι εκτιμήσεις να είναι συντηρητικές. Όπως είπε δε ο Υπουργός, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ταχείς ρυθμούς, σχεδόν διπλάσιους του μέσου ευρωπαϊκού όρου, ενώ συγκαταλέγεται στις πλέον ανθεκτικές οικονομίες του πλανήτη, αφού το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι περίπου το 1/3 της παγκόσμιας οικονομίας θα δει τουλάχιστον 2 διαδοχικά τρίμηνα συρρίκνωσης εφέτος και το επόμενο έτος. Όσον αφορά στις επενδύσεις και τις εξαγωγές, ο Χρ. Σταϊκούρας εκτίμησε ότι θα ανέλθουν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα το 2022, αφού η χώρα μας «προσελκύει παγκόσμιους επενδυτικούς κολοσσούς, επεκτείνεται σε νέες αγορές, γίνεται όλο και πιο εξωστρεφής».

Η ανάλυση των στοιχείων δείχνει δε ότι η Ελλάδα εξάγει, ως ποσοστό του ΑΕΠ, περισσότερο από την Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία. Οι πραγματικές εξαγωγές αγαθών καταγράφουν συνεπή ανοδική πορεία, φτάνοντας το 2ο τρίμηνο του έτους, σε ρεκόρ της περιόδου ιστορικών στοιχείων, υπερβαίνοντας κατά 75% τον μέσο όρο τριμηνιαίου όγκου όλης της προ-πανδημίας περιόδου από το 1995. Η δε εξαγωγική βάση διαφοροποιείται σημαντικά, καταγράφοντας ισχυρή αύξηση στις εξαγωγές αγαθών υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες προσεγγίζουν πλέον ποσοστά βιομηχανοποιημένων χωρών, όπως είναι η Γερμανία. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από τον Υπουργό Οικονομικών και στο ζήτημα της ανεργίας, η οποία έχει ήδη υποχωρήσει περισσότερο από 5 μονάδες σε σχέση με το 2019, προσεγγίζοντας πλέον, σε ετήσια βάση, το επίπεδο του 2010. Αυτή η υποχώρηση είναι ιδιαίτερα εμφανής στις γυναίκες και τους νέους ανθρώπους, ενώ την ίδια στιγμή ο αριθμός των εργαζομένων ξεπερνά τα 4,1 εκατ. πολίτες. Το 2ο τρίμηνο του 2022, η Ελλάδα κατέγραψε μεγαλύτερο αριθμό απασχολούμενων από το αντίστοιχο προ-πανδημίας τρίμηνο για 7 από τους 10 κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, έναντι 6 κλάδων της ευρωζώνης, ανέφερε ο Χρ. Σταϊκούρας, ο οποίος επισήμανε παράλληλα ότι υπάρχουν και πρόσθετοι δείκτες και μεγέθη της οικονομίας που επιδεικνύουν ανθεκτικότητα ή / και κινούνται ανοδικά, όπως είναι η βιομηχανική παραγωγή, η μεταποίηση, οι κατασκευές, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, ενώ και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των πιστωτικών ιδρυμάτων διαμορφώνονται σχεδόν σε μονοψήφιο ποσοστό.

Οι 7 προτεραιότητες του νέου Προϋπολογισμού
Ο Υπουργός Οικονομικών ανέλυσε, στο ίδιο πλαίσιο, τις 7 προτεραιότητες που θέτει ο Προϋπολογισμός του 2023, με τις βασικότερες να αφορούν στη συνέχιση και ενίσχυση των μέτρων στήριξης της κοινωνίας και αφετέρου στην επίτευξη δημοσιονομικής ισορροπίας και τη διατήρηση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Πιο συγκεκριμένα:

1η Προτεραιότητα: Η υλοποίηση παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων των πολύ-επίπεδων κρίσεων. Παρεμβάσεις όπως είναι:

  • Οι επιδοτήσεις στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.
  • Η αναδρομική επιστροφή ποσοστού της επιβάρυνσης του ενεργειακού κόστους για οικιακά τιμολόγια.
  • Η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης και η επιδότηση του πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης.
  • Η οικονομική ενίσχυση των πολιτών, με κοινωνικά κριτήρια, για την σημαντική επιβάρυνση στα καύσιμα.
  • Η στήριξη γεωργών και κτηνοτρόφων με επιδοτήσεις, με τη μείωση του ΦΠΑ στα λιπάσματα και τις ζωοτροφές, με την επιστροφή του ΕΦΚ στο πετρέλαιο.
  • Η εφάπαξ οικονομική ενίσχυση ευάλωτων πολιτών.

Συνολικά, με τις πρόσφατες εκτιμήσεις της πορείας του ενεργειακού κόστους, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης ανέρχονται στα 12,4 δισ. ευρώ το 2022, με το δημοσιονομικό κόστος αυτών να διαμορφώνεται στα 4,7 δισ. ευρώ. Από το σύνολο των παρεμβάσεων, τα 9,5 δισ. ευρώ, δηλαδή το 80% αυτών, κατευθύνεται στην επιδότηση του αυξημένου ενεργειακού κόστους. Από αυτά, τα 3,5 δισ. ευρώ είναι για τα νοικοκυριά και τα 6,0 δισ. ευρώ για τις επιχειρήσεις. Τέλος, συνεχίζεται η εφαρμογή παρεμβάσεων, ύψους 4,3 δισ. ευρώ, για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας.

2η Προτεραιότητα: Η συνέχιση και ενίσχυση των φορο-ελαφρύνσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Έτσι, κοντά στις υπάρχουσες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών της τελευταίας τριετίας, έρχονται να προστεθούν:

  • Η μονιμοποίηση της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για όλους τους πολίτες.
  • Η μονιμοποίηση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών.
  • Η κατάργηση της ειδικής εισφοράς 1% υπέρ του Ταμείου Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων.
  • Η κατάργηση, υπό προϋποθέσεις, του τέλους επιτηδεύματος.
  • Η επέκταση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ σε υπηρεσίες μεταφοράς προσώπων, σε υπηρεσίες διάθεσης μη αλκοολούχων ποτών και ροφημάτων, στα εισιτήρια κινηματογράφων, στα γυμναστήρια κ.λπ.
  • Η επέκταση της αναστολής του ΦΠΑ για νέες οικοδομές.

Απόρροια της ασκούμενης φορολογικής πολιτικής είναι η μείωση κατά 4% της φορολογικής επιβάρυνσης των μισθωτών το 2021, σε σχέση με το 2019. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση φορολογικής επιβάρυνσης ανάμεσα σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Όπως εκτίμησε δε ο Χρ. Σταϊκούρας, οι μειώσεις φόρων ενισχύουν τις επενδύσεις και δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης. Έτσι, ο συνολικός αριθμός εργαζομένων, το 2023, αναμένεται να ανέλθει στα 4,9 εκατ. απασχολούμενους, ύψος που θα αποτελέσει ρεκόρ για όλη τη περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995.

3η Προτεραιότητα: Η διασφάλιση της υφιστάμενης δημοσιονομικής υπευθυνότητας. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα διαμορφωθεί στο 1,7% του ΑΕΠ το 2022, με τα δημόσια οικονομικά να επιστρέφουν σε περιβάλλον πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2023.

Επιπλέον, το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί κατά 24 ποσοστιαίες μονάδες το 2022, και να διαμορφωθεί περίπου στο 160% του ΑΕΠ το 2023.

4η Προτεραιότητα: Η στήριξη και ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών. Έτσι, πέραν της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης και της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, ο Προϋπολογισμός προχωρά μεταξύ άλλων, σε νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, σε μόνιμη αύξηση των συντάξεων, στην αναμόρφωση του ειδικού μισθολογίου των γιατρών του Ε.Σ.Υ., καθώς και στην άμεση διευθέτηση παγίων μισθολογικών αιτημάτων των Ενόπλων Δυνάμεων.

5η Προτεραιότητα: Η άσκηση κοινωνικής πολιτικής, με την στήριξη των πιο ευάλωτων πολιτών. Στο πλαίσιο αυτό, ο Προϋπολογισμός προβλέπει την πρόσθετη οικονομική ενίσχυση 2,3 εκατ. χαμηλοσυνταξιούχων, ανασφάλιστων υπερήλικων, δικαιούχων επιδομάτων ΑΜΕΑ, μακροχρόνια ανέργων, δικαιούχων ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, δικαιούχων επιδόματος παιδιών ΟΠΕΚΑ.

Η συνολική ενίσχυση αυτών, τόσο τον περασμένο Απρίλιο όσο και τον προσεχή Δεκέμβριο, υπερβαίνει τα 820 εκατ. ευρώ. Πέραν αυτής, της αύξησης των συντάξεων και του κατώτατου μισθού, της επιδότησης του ρεύματος και των καυσίμων, η κυβέρνηση προχωρά στην επέκταση του επιδόματος μητρότητας στον ιδιωτικό τομέα και στην υλοποίηση πλέγματος παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση του σημαντικού προβλήματος της στέγασης, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους και τα νέα ζευγάρια.

Συνολικά, όπως επισημαίνει και το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, οι κοινωνικές παροχές είναι αυξημένες κατά 1,6 δισ. ευρώ εφέτος και κατά 456 εκατ. ευρώ του χρόνου.

6η Προτεραιότητα: Η βέλτιστη και εμπροσθοβαρής αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με στόχο την ενίσχυση του παραγωγικού ιστού της οικονομίας. Ήδη, στο σκέλος των επιδοτήσεων έχουν ενταχθεί 372 έργα, προϋπολογισμού 13,5 δισ. ευρώ, ενώ στο δανειακό σκέλος έχουν υποβληθεί 160 επενδυτικά σχέδια, προϋπολογισμού 7,14 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, πάνω από 1 δισ. ευρώ αφορούν επενδύσεις από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Η κυβέρνηση εκτιμά δε ότι η προσήλωση στην απορρόφηση των πόρων του Ταμείου αναμένεται να αποφέρει επιτάχυνση της ετήσιας συμβολής στην ανάπτυξη στις 1,9 ποσοστιαίες μονάδες.

7η Προτεραιότητα: Η ενίσχυση της εθνικής άμυνας, με αυξημένες δαπάνες για φυσικές παραλαβές οπλικών συστημάτων.

Ταμείο Ανάκαμψης: Προχωρούν οι επενδύσεις, ανησυχούν τα χρονοδιαγράμματα
Η πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης συνιστά σταθερά το μεγάλο στοίχημα της ελληνικής οικονομίας για τα προσεχή 5 χρόνια, με τις προκλήσεις της υλοποίησής του να ξεκινούν από εδώ και πέρα, δεδομένου ότι οι πρώτες μεταρρυθμίσεις και έργα έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται και δεκάδες ακόμα είναι στο πλάνο, με τις ανησυχίες εδώ να επικεντρώνονται στην τήρηση των αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων. Τη βάση του όλου προβληματισμού έθεσε για μια ακόμα φορά ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος μιλώντας σε εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος στα Χανιά, ανέφερε ότι «η ενεργειακή μετάβαση, η ψηφιοποίηση του Κράτους, η μείωση της γραφειοκρατίας και ο ποιοτικός εκσυγχρονισμός των κοινωνικών υποδομών αποτελούν την ουσία του Ταμείου Ανάκαμψης και των μεταρρυθμιστικών πολιτικών που υλοποιεί, σήμερα, η κυβέρνηση».

Οι πρώτες επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης
Ο Θ. Σκυλακάκης εστίασε στις ευκαιρίες που υπάρχουν, προπαντός, για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0». Σημειώνοντας πως, σύντομα, θα ανοίξει για υποβολή αιτήσεων το πρώτο «Εξοικονομώ» για επιχειρήσεις, εξέφρασε, ταυτόχρονα, την πεποίθηση, πως στο REPowerEU -που θα προστεθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης- θα υπάρξουν περισσότερα εργαλεία για ενεργειακές επενδύσεις από επιχειρήσεις. Αναφερόμενος στην ταχύτητα των διαδικασιών, επισήμανε το παράδειγμα της πρώτης μικρής επιχείρησης που λαμβάνει δάνειο από το «Ελλάδα 2.0», περίπου 2,5 μήνες μετά την υποβολή του σχετικού αιτήματος, ηλεκτρονικά, στην ειδικά διαμορφωμένη πλατφόρμα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για επενδυτικό σχέδιο, ύψους 1,127 εκατ. ευρώ, για ανακαίνιση ξενοδοχείου στη Σέριφο. Πέραν από το παραπάνω ευρύ δανειοδοτικό πρόγραμμα, ύψους 11,7 δισ. ευρώ, που αφορά επιχειρήσεις κάθε μεγέθους, έκανε λόγο για ακόμη δύο δανειοδοτικά προγράμματα του «Ελλάδα 2.0», τα οποία είναι, αποκλειστικά, για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Καταρχάς, τον Ιανουάριο, υπό την αιγίδα του InvestEU (ευρωπαϊκό εγγυοδοτικό όργανο) θα βγει ένα εγγυοδοτικό πρόγραμμα, στο πλαίσιο του οποίου οι συνεργαζόμενες, ελληνικές εμπορικές τράπεζες θα μπορούν να χορηγήσουν δάνεια, συνολικού ύψους περί τα 2,5 δισ. ευρώ, σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Όσο για το δεύτερο πρόγραμμα, συνολικού ύψους 1 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, θα απευθύνεται σε καινοτόμες, νεοφυείς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, χορηγώντας τους δάνεια για την υλοποίηση των επενδυτικών τους σχεδίων.

Πτώση του χρέους στο 169,1% του ΑΕΠ το 2022
Τέλος, σε σχέση με το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών υπογράμμισε: «Αυτή τη στιγμή είμαστε στην “καρδιά” μιας ενεργειακής κρίσης και στην έναρξη μιας ευρωπαϊκής επιβράδυνσης ή και ύφεσης σε πολλές χώρες. Αυτή η ύφεση, κατά τη γνώμη μου, θα είναι βραχύβια, διότι το βασικό της αίτιο είναι εξωγενές. Είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και κατ’ επέκταση η άνοδος του πληθωρισμού που προκάλεσαν οι ανατιμήσεις στα καύσιμα -κατά κύριο λόγο- και η προσπάθεια των Κεντρικών Τραπεζών να περιορίσουν τον πληθωρισμό, ανεβάζοντας τα επιτόκια. Όταν τελειώσει ο πόλεμος, η κατάσταση θα αντιστραφεί. Η ύφεση θα περάσει και ταυτόχρονα θα έχουμε πτώση των τιμών των καυσίμων, διότι δεν θα υπάρχουν πια οι ίδιες πιέσεις. Οι οικονομίες θα μπουν σε φάση ανάκαμψης, που θα κρατήσει για αρκετά χρόνια. Βγαίνοντας από τις κρίσεις -και παρά τα πολλά χρήματα που διαθέσαμε για την αντιμετώπισή τους- το χρέος της Ελλάδας, φέτος, θα είναι κάτω από το χρέος του 2019. Τότε, ήταν 180,7% του ΑΕΠ, ενώ φέτος θα πέσει στο 169,1% του ΑΕΠ. Κι αυτό, έχοντας να ξοδέψουμε περίπου το 95% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα αρχίσουν να μπαίνουν, τώρα, στην οικονομία».

Παραμένει στο 0,35% το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων
Την ίδια στιγμή, σταθερό στο 0,35% παραμένει το ελάχιστο επιτόκιο χορήγησης δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας από τους τραπεζικούς φορείς προς τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, ενώ για τις υπόλοιπες, αυξάνεται και διαμορφώνεται, πλέον, σε επίσης σταθερό 1%. Αυτό προβλέπεται στο πλαίσιο της νέας ΚΥΑ που υπέγραψε το οικονομικό επιτελείο, με την επισήμανση πως τα παραπάνω επιτόκια ισχύουν για όσες δανειακές συμβάσεις συναφθούν μεταξύ των τραπεζικών φορέων και των δικαιούχων με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας από την έναρξη ισχύος της απόφασης και μέχρι την έναρξη ισχύος τυχόν απόφασης τροποποίησής της, με την οποία θα αναθεωρείται το ελάχιστο προβλεπόμενο επιτόκιο. Υπενθυμίζεται ότι όσον αφορά στο επενδυτικό σχήμα, κάθε σχέδιο χρηματοδοτείται σε ποσοστό έως 50% με δάνειο από το Ταμείο Ανάκαμψης και τουλάχιστον κατά 30% με δάνειο από τη συνεργαζόμενη τράπεζα, ενώ το 20% της επένδυσης καλύπτεται με ίδια συμμετοχή.

Πληθωρισμός: Σημάδια σταθεροποίησης
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat, ο πληθωρισμός συνεχίζει σταθερά την ανοδική του πορεία στην ευρωζώνη τον Οκτώβριο, καθώς ξεπέρασε το 10%, φθάνοντας στο 10,7%. Στην Ελλάδα ωστόσο, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή κατέγραψε μικρή επιβράδυνση και διαμορφώθηκε στο 9,8% από 12,1% τον Σεπτέμβριο, 11,2% τον Αύγουστο, 11,3% τον Ιούλιο και 11,6% τον Ιούνιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, η επιβράδυνση που καταγράφεται στον πληθωρισμό στη χώρα μας ήταν αναμενόμενη από το οικονομικό επιτελείο, καθώς η σύγκριση γίνεται σε ετήσια βάση, δηλαδή σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2021, οπότε και είχε αρχίσει η ανοδική πορεία του πληθωρισμού.

Όσον αφορά στις εκτιμήσεις για το σύνολο του έτους, με βάση το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2023 εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 8,8%. Βασική αιτία ανόδου του πληθωρισμού και τον Οκτώβριο είναι η ανοδική πορεία των τιμών στην ενέργεια. Με βάση τα στοιχεία της Eurostat, σε επίπεδο ευρωζώνης η ενέργεια αυξήθηκε κατά 41,9% από άνοδο 40,7% τον Σεπτέμβριο. Ακολουθούν τα τρόφιμα, ποτά και καπνικά με αύξηση 13,1% (από 11,8% τον Σεπτέμβριο), τα μη βιομηχανικά προϊόντα κατά 6% (από 5,5% τον Σεπτέμβριο) και ο κλάδος των υπηρεσιών κατά 4,4% (από 4,3% τον Σεπτέμβριο).

Ειδικά στην Ελλάδα, τον Οκτώβριο η αύξηση στην ενέργεια ήταν 20,8% (από 53,8% τον Σεπτέμβριο), σε τρόφιμα – ποτά – καπνικά 12,8% (από 10,7% τον Σεπτέμβριο) και στις υπηρεσίες 6,7% (από 7,4% τον Σεπτέμβριο).


ΙΟΒΕ: Ισχυρή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος
Ωστόσο, πέρα από τον Προϋπολογισμό, τις εξελίξεις στο Ταμείο Ανάκαμψης και την ελαφρά πτώση του πληθωρισμού, η εικόνα της ελληνικής οικονομίας παραμένει γκρίζα, όπως φαίνεται και από τον δείκτη οικονομικού κλίματος που εκπονεί το ΙΟΒΕ, ο οποίος επιδεινώθηκε ισχυρά τον Οκτώβριο, καθώς διαμορφώθηκε στις 98,3 μονάδες, σε σύγκριση με 104,9 τον Σεπτέμβριο και στη χαμηλότερη επίδοση των τελευταίων 20 μηνών. Όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, η πτώση αυτή συγκλίνει με τις αντίστοιχες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς ανάλογες πτωτικές τάσεις επικρατούν στις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Σύμφωνα με την ανάλυση, η επίδοση αυτή είναι αποτέλεσμα της επιδείνωσης των προσδοκιών κυρίως στις Υπηρεσίες και δευτερευόντως στη Βιομηχανία, αλλά και την υποχώρηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Το Λιανικό Εμπόριο, αντίθετα, φαίνεται να ανακάμπτει, όπως και τα Δημόσια έργα που στηρίζουν ακόμα τις Κατασκευές. Καθώς ολοκληρώνεται η τουριστική περίοδος οι σχετικές εποχικές θέσεις εργασίας τερματίζονται, με αποτέλεσμα να αναζητούνται νέες πηγές απασχόλησης. Το ενεργειακό ζήτημα φαίνεται να προκαλεί επίσης απαισιοδοξία ενόψει της χειμερινής περιόδου, καθώς αθροίζεται στο συνεχιζόμενο, όπως αποδεικνύεται, πρόβλημα του υψηλού πληθωρισμού που πλήττει πλέον σχεδόν όλες τις κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών.

Στο απρόβλεπτο περιβάλλον θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η αύξηση του κόστους δανεισμού, λόγω της ανόδου των επιτοκίων, που αρχίζει να καταγράφεται ως προβληματισμός, έστω και σε αρχικό ακόμη στάδιο.

Αναλυτικότερα:

  • στη Βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση διατηρήθηκε αμετάβλητο, οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα κλιμακώθηκαν και οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκαν οριακά.
  • στις Κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για την παραγωγή ενισχύθηκαν, ενώ αντίθετα οι προβλέψεις για την απασχόληση βελτιώθηκαν αισθητά.
  • στο Λιανικό Εμπόριο, οι εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις βελτιώθηκαν σημαντικά, με το ύψος των αποθεμάτων να αποκλιμακώνεται έντονα, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη των πωλήσεων ενισχύονται αισθητά.
  • στις Υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων κινήθηκαν έντονα πτωτικά, όπως και εκείνες για τη ζήτηση, ενώ οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης υποχώρησαν αισθητά.
  • στην Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, οι αρνητικές προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας κλιμακώθηκαν περαιτέρω, όπως και οι αντίστοιχες για τη δική τους οικονομική κατάσταση οι οποίες υποχώρησαν αισθητά. Παράλληλα επιδεινώθηκαν σημαντικά οι προβλέψεις για μείζονες αγορές και υποχώρησε οριακά η πρόθεση για αποταμίευση.