Η μεταβολή του παγκόσμιου φορολογικού τοπίου ασκεί πιέσεις στις φορολογικές διευθύνσεις των επιχειρήσεων. Ο κύριος Στέφανος Μήτσιος τονίζει στο FinancePro σε ποιες κατευθύνσεις πρέπει να κινηθούν οι επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων μέσα σε αυτό το περιβάλλον αλλά και πώς να αντιμετωπίσουν τους φορολογικούς κινδύνους.
Πώς διαμορφώνεται σήμερα το παγκόσμιο φορολογικό περιβάλλον και πώς αυτό επηρεάζει τις φορολογικές διευθύνσεις και στη χώρα μας;
Σήμερα το παγκόσμιο φορολογικό τοπίο μεταβάλλεται δραστικά, ασκώντας τεράστιες πιέσεις στις φορολογικές διευθύνσεις των επιχειρήσεων. Οι δυνατότητες των φορολογικών αρχών έχουν εξελιχθεί εντυπωσιακά κατά την τελευταία εξαετία, αφότου άρχισε να αναθεωρείται δραστικά το διεθνές φορολογικό πλαίσιο. Οι φορολογικές αρχές σε ολόκληρο τον κόσμο ψηφιοποιούνται, πολλαπλασιάζοντας την ικανότητά τους να κατανοούν πολύπλοκες αλυσίδες αξίας, χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο εύρος δεδομένων. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φορολογικές αρχές γνωρίζουν περισσότερα για τις φορολογικές ή τελωνειακές δραστηριότητες μιας εταιρείας από ό,τι η ίδια η εταιρεία!
Ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα ψηφιοποίησης της φορολογίας στη χώρα μας, αποτελεί η εισαγωγή των ηλεκτρονικών βιβλίων και η διαβίβαση δεδομένων των επιχειρήσεων στην πλατφόρμα myDATA της ΑΑΔΕ – ένα έργο το οποίο ως EY γνωρίζουμε πολύ καλά, καθώς, για την υλοποίησή του, συνεργαστήκαμε στενά με την ελληνική Φορολογική Διοίκηση, ενώ έχουμε ήδη υποστηρίξει πολλές εταιρείες διαφόρων κλάδων στην εφαρμογή του. Από την άλλη πλευρά, η ανάγκη να ισοσκελιστούν οι κρατικοί προϋπολογισμοί, μετά την εκτόξευση των δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημίας, αναμένεται να οδηγήσει σε αυστηρότερη εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας και στην εντατικοποίηση των φορολογικών ελέγχων. Παράλληλα, ο ρόλος των επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων διαφοροποιείται και ενισχύεται, καθώς καλούνται να διαδραματίσουν έναν ολοένα και πιο στρατηγικό ρόλο, διαμορφώνοντας τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις δημιουργούν, μετρούν και αναφέρουν τη μακροπρόθεσμη αξία.
Τι θα πρέπει να κάνουν οι επικεφαλής φορολογικών διευθύνσεων για να καθοδηγήσουν τους οργανισμούς και τις ομάδες τους μέσα από αυτές τις αλλαγές;
Στο περιβάλλον που περιέγραψα, οι επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων, παγκοσμίως – περιλαμβανομένης και της Ελλάδας – θα πρέπει να κινηθούν σε τρεις βασικές κατευθύνσεις:
Πρώτον, να αναγνωρίσουν τον ρόλο που διαδραματίζουν τα φορολογικά ζητήματα στη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας, αλλά και τους κινδύνους που συνεπάγονται οι ανακύπτουσες φορολογικές διαφορές, τόσο στην κερδοφορία, όσο και στη φήμη της εταιρείας. Δεύτερον, να εξασφαλίσουν την ευθυγράμμιση ανθρώπινων πόρων, διαδικασιών και τεχνολογίας, για να βοηθήσουν την επιχείρηση να διαχειρίζεται, αλλά και να προβλέπει και να προλαμβάνει δυσάρεστες εκπλήξεις φορολογικών ελέγχων και δικαστικές διαμάχες, αξιοποιώντας μια σειρά από διαθέσιμα «εργαλεία». Και, τρίτον, να κατανοήσουν ότι η υιοθέτηση μιας προσέγγισης εστιασμένης στο μέλλον απαιτεί θεμελιώδεις αλλαγές στη φορολογική διεύθυνση.
Είναι τόσο ραγδαίες και τόσο πολυεπίπεδες οι αλλαγές που συντελούνται σήμερα, ώστε να έχει γίνει πλέον σαφές ότι οι φορολογικές διαφορές που θα προκύψουν σε τρία χρόνια θα είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Για να μπορούμε να τις προβλέψουμε, είναι εξαιρετικά σημαντικό να επανεξετάσουμε συνολικά τη στρατηγική διαχείριση του φορολογικού κινδύνου και των φορολογικών διαφορών και να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες και εξειδικευμένο ανθρώπινο στελεχιακό δυναμικό. Με απλά λόγια, θα πρέπει να αναπτύξουμε ένα σύστημα διαχείρισης φορολογικών διαφορών για το αύριο, από σήμερα.
Μαζί με την αβεβαιότητα του φορολογικού περιβάλλοντος, αυξάνεται και ο φορολογικός κίνδυνος. Ποιοι είναι οι μεγαλύτεροι φορολογικοί κίνδυνοι για τις επιχειρήσεις σήμερα;
Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αποτελεσματική προσέγγιση διαχείρισης φορολογικών διαφορών, αν αυτή δεν βασίζεται σε μια συνολική αξιολόγηση όλων των φορολογικών κινδύνων που αντιμετωπίζει η επιχείρηση.
Ο πρωταρχικός στόχος της ανάλυσης και αξιολόγησης του φορολογικού κινδύνου είναι η πρόληψη και η αποφυγή των φορολογικών διαφορών πριν αυτές συμβούν. Βασίζεται σε συστήματα και διαδικασίες που ενισχύουν τον έλεγχο, την παρακολούθηση, τη συμμόρφωση και τις προσπάθειες πρόληψης. Είναι μια συνεχής και εξελισσόμενη διαδικασία. Η αποτύπωση της τρέχουσας κατάστασης εξαντλεί τη χρησιμότητά της μόλις αλλάξουν τα δεδομένα, κάτι που συμβαίνει ολοένα και συχνότερα.
Σύμφωνα και με την ετήσια έρευνα της ΕΥ, Tax Risk and Controversy Survey, τρεις είναι οι κυρίαρχες κατηγορίες κινδύνων που εντοπίζουν τα στελέχη των φορολογικών διευθύνσεων: πρώτον, οι συνεχιζόμενες ανησυχίες που σχετίζονται, κατά κύριο λόγο, με τις ενδοομιλικές συναλλαγές, δεύτερον οι προκλήσεις που σχετίζονται με τις φορολογικές επιπτώσεις της πανδημίας του COVID-19 και, τρίτον, τα ζητήματα που σχετίζονται με τις πρωτοβουλίες του Ο.Ο.Σ.Α. για τη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη μεταφορά κερδών (τα λεγόμενα BEPS).
Μια ακόμη μεγάλη κατηγορία κινδύνων που βρίσκεται σήμερα όλο και πιο έντονα στα ραντάρ των φορολογικών διευθύνσεων και που δεν θα πρέπει καμία επιχείρηση να παραβλέψει, είναι οι φορολογικοί κίνδυνοι που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή. Ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες, όπως το νομοθετικό πακέτο “Fit for 55” που εισήγαγε η Ε.Ε. φέτος, επηρεάζουν τη φορολογική πολιτική, τόσο όσον αφορά την έμμεση φορολογία, αλλά και στο πεδίο της άμεσης φορολογίας, και δημιουργούν νέα ζητήματα στα οποία πρέπει να επικεντρωθούν οι επιχειρήσεις.
Στις κατηγορίες αυτές, τέλος, πρέπει να προσθέσουμε και τις απειλές που πηγάζουν μέσα από την ίδια την επιχείρηση. Η βελτίωση της επικοινωνίας εντός της εταιρείας είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να διασφαλίσουν οι επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων ότι το τμήμα τους παραμένει ενήμερο για την επιχειρηματική στρατηγική, τις νέες επενδύσεις που σχεδιάζονται και οποιαδήποτε απόφαση επηρεάζει τους φόρους που πρέπει να καταβάλει η εταιρεία.
Η επικοινωνία μπορεί να είναι «οριζόντια» με τις υπόλοιπες επιχειρησιακές μονάδες και τα εμπορικά και υποστηρικτικά τμήματα ή «κάθετη», προερχόμενη από το Διοικητικό Συμβούλιο, τη διευθυντική ομάδα ή την Επιτροπή Ελέγχου.
Μπορεί η τεχνολογία να ενισχύσει το έργο των φορολογικών διευθύνσεων στη διαχείριση των ελέγχων και των φορολογικών διαφορών;
Η τεχνολογία παίζει σημαντικό ρόλο στη διαχείριση των φορολογικών ελέγχων και των όποιων ανακυπτουσών διαφορών. Τα σωστά εργαλεία επιτρέπουν στις φορολογικές διευθύνσεις να καταγράφουν κάθε μεμονωμένο βήμα του φορολογικού ελέγχου ή της διαδικασίας διαχείρισης διαφορών, σε μια κεντρική πλατφόρμα, δίνοντας τη δυνατότητα στους επικεφαλής των φορολογικών διευθύνσεων να αποκτήσουν συνολική εικόνα της κατάστασης και του βαθμού οικονομικής έκθεσης της επιχείρησης. Με τον ίδιο τρόπο, τα δεδομένα κάθε φορολογικού «διακανονισμού» θα πρέπει να αποθηκεύονται και να μπορούν να αξιοποιηθούν για εκτιμήσεις σχετικά με το πιθανό κόστος μιας παρόμοιας φορολογικής διαφοράς στο μέλλον.
Όταν η επιχείρηση λαμβάνει ένα ερώτημα ή αίτημα από μια φορολογική αρχή για την παροχή στοιχείων, είναι σημαντικό η φορολογική διεύθυνση να διαθέτει μια διαδικασία για να ταξινομήσει τα στοιχεία αυτά με σαφήνεια και ταχύτητα, να αξιολογήσει το επίπεδο κινδύνου που ενδέχεται να παρουσιάζουν και να εφαρμόσει προσυμφωνημένες διαδικασίες που ανταποκρίνονται στο αντίστοιχο αίτημα. Και πάλι, η αποτελεσματικότητα αυτής της διαδικασίας εξαρτάται άμεσα από την τεχνολογία.
Πώς μπορούμε να διαχειριστούμε αποτελεσματικά τις φορολογικές διαφορές;
Η διαχείριση φορολογικών διαφορών επικεντρώνεται στην εξασφάλιση μιας γρήγορης και αποτελεσματικής επίλυσής τους και καλύπτει φορολογικούς ελέγχους, προσφυγές, διαμεσολάβηση, διαιτησία, αλλά και την τελευταία επιλογή: τη δικαστική διαμάχη.
Βασικός στόχος της αποτελεσματικής διαχείρισης φορολογικών διαφορών είναι να διασφαλιστεί ότι τα πολλαπλά στάδια ενός φορολογικού ελέγχου, διαφοράς ή δικαστικής διαμάχης, αντιμετωπίζονται με συνεπή τρόπο. Αυτό, με τη σειρά του, βοηθά να διασφαλιστεί ότι τα συμφέροντα της επιχείρησης προστατεύονται με τον πιο αποδοτικό τρόπο από πλευράς κόστους και πόρων, επιτρέποντας στις αντίστοιχες ομάδες να επικεντρωθούν σε άλλες δραστηριότητες που προσθέτουν αξία.
Κρίσιμο σημείο αποτελεί η επιλογή των προσώπων και η κατανομή αρμοδιοτήτων. Δηλαδή, ποιος έχει την ευθύνη, ποιος λογοδοτεί, ποιους συμβουλεύεται και ποιους ενημερώνει σε κάθε βήμα. Και ενώ κάθε φορολογική διαφορά είναι μοναδική, το 57% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα της EY που προείπα, σημείωσαν ότι χρησιμοποιούν σήμερα ένα βασικό πλαίσιο διαδικασιών που, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτηρίζεται από συνέπεια.
Υπάρχει τρόπος να αποφύγουμε ή να περιορίσουμε τον κίνδυνο φορολογικών διαφορών;
Σε πολλές χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο, και στην Ελλάδα, οι φορολογικές αρχές έχουν αναπτύξει συστήματα που μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση της πιθανότητας να προκύψουν φορολογικές διαφορές πριν την υποβολή μιας φορολογικής δήλωσης ή άλλων φορολογικών εγγράφων. Αυτά περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τεκμηρίωση μιας ενδοομιλικής συναλλαγής, φορολογικές αποφάσεις και εγκυκλίους, advance pricing agreements (APAs) και συντομότερες διαπραγματεύσεις με τις αρμόδιες αρχές (accelerated Competent Authority negotiations).
Οι επικεφαλής φορολογικών διευθύνσεων, είναι σκόπιμο να έχουν στο μυαλό τους πέντε βήματα για να μετριάσουν τον φορολογικό κίνδυνο και τις φορολογικές διαφορές: 1) να κατανοήσουν ότι η ορθή διαχείριση των φορολογικών υποχρεώσεων συμβάλει στη μακροπρόθεσμη αξία της επιχείρησης, ενώ οι φορολογικές διαφορές και οι δικαστικές διαμάχες μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο αυτήν την αξία, 2) να δημιουργήσουν ένα σχέδιο δράσης για την τρέχουσα φορολογική πολιτική και τις σημερινές, αλλά και τις προβλέψιμες μελλοντικές διοικητικές εξελίξεις, 3) να οικοδομήσουν τις φορολογικές διαφορές του αύριο, ακολουθώντας βέλτιστες πρακτικές του σήμερα, 4) να επενδύσουν στα απαραίτητα ψηφιακά και τεχνολογικά εργαλεία που θα τους επιτρέπουν να προετοιμάσουν την επιχειρηματολογία τους, να αναλύσουν τα δεδομένα και να οργανώσουν την επικοινωνία τους με τις φορολογικές αρχές, και 5) να αξιολογήσουν προληπτικά και να αξιοποιήσουν όλα τα διαθέσιμα προγράμματα πρόληψης και επίλυσης διαφορών.
Αναπόφευκτα, στην πράξη, υπάρχουν πάντα εμπόδια για την επίλυση των φορολογικών διαφορών. Αυτά μπορεί να προκύπτουν από την πολυπλοκότητα, ιδιαίτερα, της διεθνούς φορολογικής νομοθεσίας, την αδυναμία ή ακόμη και απροθυμία ορισμένων φορολογικών αρχών να κατανοήσουν, ή, σπανιότερα, από εσωτερικές αντιδράσεις.
Η σχέση φορολογούμενου-φορολογικών αρχών δεν χρειάζεται να είναι σχέση καχυποψίας. Αντίθετα, μπορεί να βασίζεται στην εμπιστοσύνη, τη διαφάνεια και την επικοινωνία. Ο μετασχηματισμός των φορολογικών αρχών, καθώς και των επιχειρήσεων, έρχεται να συντελέσει προς αυτή την κατεύθυνση.