Με τη νομοθετική ρύθμιση του Υπουργείου Οικονομικών που πέρασε από τη Βουλή στο τέλος Ιανουαρίου, η οποία προβλέπει ότι επενδυτικά έργα και μεταρρυθμίσεις που έχουν ισχυρή πιθανότητα να εγκριθούν και να περάσουν στην ομπρέλα του Ταμείου Ανάκαμψης ξεκινούν άμεσα, πριν την τελική έγκριση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, με ένταξή τους στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, ουσιαστικά ξεκίνησε και επίσημα η υλοποίηση αυτού του τόσο σημαντικού για την ελληνική οικονομία επενδυτικού και μεταρρυθμιστικού προγράμματος.

γράφει ο Δημήτρης Κορδεράς

Μεταξύ των πρώτων έργων που αναμένεται να ενταχθούν στο Ταμείο Ανάκαμψης περιλαμβάνονται το νέο Πρόγραμμα «Εξοικονομώ Αυτονομώ», τα 200 πρώτα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια, προγράμματα αναδάσωσης, προγράμματα αποκατάστασης εδαφών σε λιγνιτικές περιοχές, δράσεις που σχετίζονται με την τηλεκπαίδευση, πολλά έργα ψηφιακού μετασχηματισμού του Υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής και της ΑΑΔΕ, η ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης και των νησιών του Αιγαίου με τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής της ενδοχώρας, δίκτυα 5η γενιάς (5G), ψηφιοποίηση στους τομείς υγείας, παιδείας, δικαιοσύνης και   καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, προώθηση έξυπνων μεταφορών, ειδικές ενισχύσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων για έρευνα ανάπτυξη και αναβάθμιση της ψηφιακής υποδομής τους, έργα για κατάρτιση, ενίσχυση της απασχόλησης και διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής κ.α.

 

ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ

Το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility, όπως είναι ο διεθνής όρος, Ταμείο Ανάκαμψης όπως έχει επικρατήσει στη χώρα μας) δεν είναι απλά ένα ταμείο ενισχύσεων ή επιδοτήσεων. Πρόκειται για ταμείο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων και αυτό ακριβώς αποτελεί το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα σε σχέση με αντίστοιχα προγράμματα, όπως π.χ. τα ΕΣΠΑ.

 

Το Ταμείο Ανάκαμψης φιλοδοξεί να πυροδοτήσει μια αλλαγή υποδείγματος στην ελληνική οικονομία και τους θεσμούς, προς ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό και πράσινο οικονομικό μοντέλο, με πιο αποτελεσματικό και ψηφιοποιημένο κράτος, λιγότερο γραφειοκρατικό, με δραστικά μειωμένη παραοικονομία, με φορολογικό σύστημα φιλικό προς την ανάπτυξη και με ένα, ποιοτικό και αποτελεσματικό δίκτυο κοινωνικής προστασίας, προσβάσιμο σε όλους. Όπως αναφέρουν στο FinancePro πηγές του Υπουργείου Οικονομικών, «δεν πρόκειται απλώς για μια οικονομική μετάβαση.

 

Στόχος είναι να γίνουν θεμελιώδεις οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, που θα επηρεάσουν όχι μόνο την οικονομική δραστηριότητα, αλλά και τις τεχνολογίες, τις νοοτροπίες και τους θεσμούς. Μία μετάβαση που συνδυάζει την οικονομική αποτελεσματικότητα με την καινοτομία και τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό με την προστασία του περιβάλλοντος, την κοινωνική συνοχή και τη δικαιοσύνη».

 

Το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας σκοπεύει να είναι πλήρως εναρμονισμένο με τους στόχους της Ε.Ε. για ταχύτερη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας προς ένα ψηφιοποιημένο και πράσινο μοντέλο ανάπτυξης, λαμβάνοντας υπόψη τις σχετικές ευρωπαϊκές συστάσεις για την χώρα μας, σε ό,τι αφορά τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις και τις αναγκαίες για την έγκαιρη ολοκλήρωσή τους επενδύσεις, και να προσθέσει ακόμη πιο φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες αποτελούν μέρος της στρατηγικής ατζέντας της ελληνικής κυβέρνησης, πολλές από τις οποίες περιλαμβάνονται και στην έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη.

 

Το Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελείται από τέσσερις πυλώνες:

  1. Πράσινο
  2. Ψηφιακό
  3. Απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή
  4. Ιδιωτικές επενδύσεις και οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός.

 

Με οικονομικούς όρους, ο πρωταρχικός στόχος του Σχεδίου είναι να καλύψει το μεγάλο κενό σε επενδύσεις, εθνικό προϊόν και απασχόληση, κενό ενδημικό των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας κατά την τελευταία δεκαετία που επιδεινώθηκε λόγω της πανδημίας του COVID-19.

 

Σε αυτό το πλαίσιο, το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποσκοπεί στο να κινητοποιήσει σημαντικές δυνάμεις από τον ιδιωτικό τομέα χρησιμοποιώντας:

  • Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα για την πραγματοποίηση δημοσίων επενδύσεων,
  • Εταιρείες Παροχής Ενεργειακών Υπηρεσιών για την πραγματοποίηση έργων ενεργειακής απόδοσης στον δημόσιο τομέα
  • Συγχρηματοδοτήσεις μέσω ποικίλων χρηματοδοτικών εργαλείων ώστε να συγκεντρώσει σημαντικότατα επιπρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια για τις επιλέξιμες ιδιωτικές επενδύσεις.

 

Σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών –περιλαμβανομένων σημαντικών τομέων όπως υγεία, εκπαίδευση, επαγγελματική κατάρτιση, δικαιοσύνη και το δίκτυο κοινωνικής προστασίας– το Σχέδιο προβλέπει σημαντικές επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ποιότητας, της αποτελεσματικότητας και της πρόσβασης σε αυτές τις υπηρεσίες.

 

ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΑΡΤΙΟΥ ΤΟ ΤΕΛΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΣ ΕΓΚΡΙΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε.

Την περίοδο αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη η αξιολόγηση των προτεινόμενων προς ένταξη μεταρρυθμίσεων από τις δύο συμβουλευτικές εταιρείες που έχει προσλάβει η ελληνική κυβέρνηση, την Grant Thornton και την PwC. H πρώτη έχει αναλάβει την εκτίμηση του κόστους του κάθε προτεινόμενου έργου, ενώ η PwC εκτιμά το «πράσινο» αποτύπωμα αυτού, μια παράμετρος στην οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει πολύ μεγάλη σημασία. Όσον αφορά στα έργα, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να είναι εντελώς νέα, αφού η άποψη τόσο της κυβέρνησης, όσο και της Ε.Ε είναι ότι η ανάπτυξη θα έρθει μόνο από νέες επενδύσεις, από νέα έργα.

 

Στην παρούσα φάση τα προτεινόμενα έργα βρίσκονται υπό δημόσια διαβούλευση με τους θεσμικούς φορείς που αφορούν, ενώ σε δεύτερο χρόνο θα υπάρξει και η απαραίτητη πολιτική διαβούλευση. Σε κάθε περίπτωση, στόχος της κυβέρνησης είναι το τελικό εθνικό σχέδιο προτάσεων να κατατεθεί προς έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς το τέλος Μαρτίου. Οι όροι του Ταμείου είναι αυστηροί, αφού η μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων έστω και για μια μέρα ακυρώνει αυτόματα την επένδυση. Κι αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα τόσο για την κυβέρνηση, όσο και για τον επιχειρηματικό κόσμο: να τηρηθούν σχολαστικά οι χρόνοι και τα έργα να προχωρούν σωστά.

 

Εστιάζοντας στο χαρακτήρα των επενδύσεων, η Ε.Ε γενικότερα έχει επιφυλάξεις για την συμπερίληψη στο σχέδιο πολλών παραδοσιακών έργων υποδομής (δρόμοι, ακόμα και δίκτυα φυσικού αερίου κ.λπ.). Δίνει μεγάλη έμφαση στην αρχή της μη πρόκλησης σημαντικών περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων (do no significant harm principle), που διέπει το σύνολο του προγράμματος. Θέλει περισσότερο επενδύσεις στο νέο μοντέλο της ηλεκτροκίνησης, παρά επενδύσεις σε υποδομές και τεχνολογίες που δεν γίνονται πλέον στις περισσότερο αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης.

 

Επίσης δεν θέλει οι επενδύσεις να προκαλούν μόνιμες δημοσιονομικές επιβαρύνσεις, διότι βλέπει αρνητικά επενδύσεις που θα δημιουργήσουν μόνιμες χρηματοδοτικές ανάγκες μετά τη λήξη του προγράμματος του Ταμείου. Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης θα είναι διαθέσιμα μέχρι το τέλος του 2026. Στο σύνολό του, το Ταμείο Ανάκαμψης κινητοποιεί 19,4 δισ. ευρώ από επιδοτήσεις και 12,7 δισ. ευρώ από δάνεια. Το 2021 στόχος της κυβέρνησης είναι η Ελλάδα να απορροφήσει προκαταβολές 3,5 δισ. ευρώ (δάνεια και επιδοτήσεις), από το Ταμείο και μια πρώτη δόση ώστε το άθροισμα, με το REACTACT-EU, να φτάνει τουλάχιστον στα 5 δις ευρώ που προβλέπει ο προϋπολογισμός για το 2021.

 

Τα πρώτα χρήματα από το Ταμείο αναμένονται στη χώρα μας στις αρχές του καλοκαιριού, ωστόσο η κυβέρνηση προχωρά άμεσα στην έναρξή τους αφού «η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να περιμένει» όπως λέει χαρακτηριστικά ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, ο άνθρωπος που έχει υπό την ευθύνη του όλο το μεγάλο έργο του Ταμείου Ανάκαμψης, έχοντας και την ευθύνη του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.

 

Οι ίδιες πηγές από το Υπουργείο Οικονομικών, αναφέρουν στο FinancePro ότι το Ταμείο θα ενισχύει επενδυτικά σχέδια για τα οποία θα υπάρχουν ικανά ίδια κεφάλαια, π.χ. της τάξεως του 20% και ταυτόχρονα σημαντική χρηματοδότηση από ένα ανεξάρτητο τρίτο μέρος, συνήθως τράπεζα, που δεν θα μπορεί να είναι μικρότερη από 30% του επενδυτικού σχεδίου.

 

«Έτσι η φερεγγυότητα του δανειολήπτη θα ελέγχεται εξ ορισμού με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και το ίδιο θα ισχύει και για την αξιοπιστία του επενδυτικού σχεδίου, αφού θα υπάρχουν τουλάχιστον τόσα ιδιωτικά κεφάλαια που θα χρηματοδοτούν την επένδυση όσα και η δανειακή συνεισφορά του κράτους. Έτσι η επιδότηση που εμμέσως θα προκύπτει λόγω των πολύ χαμηλών επιτοκίων δεν θα λειτουργεί ως κυρίαρχο κίνητρο για την πραγματοποίηση της επένδυσης», επισημαίνουν χαρακτηριστικά.

 

ΔΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ: ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

Όπως είπαμε ήδη, η χώρα μας δικαιούται να αντλήσει από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δάνεια ύψους περίπου 13 δισ. ευρώ. Το ελληνικό Σχέδιο σκοπεύει να αξιοποιήσει το σύνολο αυτών των κεφαλαίων προκειμένου να προωθήσει και να χρηματοδοτήσει σημαντικές επιπρόσθετες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις και έτσι να περιορίσει:

  • Το πολύ μεγάλο παραγωγικό κενό (output gap) της οικονομίας που το 2020 προβλέπεται να φτάσει στο 12,3%,
  • Το εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο επενδύσεων που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία κατά την τελευταία δεκαετία, αν σκεφθεί κανείς ότι το 2019 οι επενδύσεις έφτασαν το 10.1% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 22,2% του μέσου όρου της ευρωζώνης,
  • Το σημαντικά υψηλότερο κόστος δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Περίπου τα 2/3 του συνολικού επενδυτικού κενού αφορούν στις επιχειρηματικές επενδύσεις, γεγονός που καταδεικνύει την ύπαρξη σημαντικών επενδυτικών ευκαιριών. Ως εκ τούτου, η αξιοποίηση των δανείων του Ταμείου για χρηματοδότηση ιδιωτικών επενδύσεων, σε συνδυασμό με κατάλληλες μεταρρυθμίσεις, μπορεί να ενισχύσει την ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την οικονομική και κοινωνική συνοχή.

 

Η Ελλάδα προτείνει, συνεπώς, να χρησιμοποιήσει τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας υπό μορφή δανείων για την χρηματοδότηση επιχειρηματικών επενδύσεων προτείνοντας ταυτόχρονα πρόσθετες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.

 

Συγκεκριμένα προτείνει πρόσθετες μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και περιλαμβάνουν ένα πρόγραμμα απλοποίησης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, νέα κίνητρα για αύξηση της παραγωγικότητας και του εξαγωγικού προσανατολισμού των επιχειρήσεων, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στον σχετικό δείκτη της Παγκόσμιας Τράπεζας (Ease of doing Business) και σε άλλους δείκτες ανταγωνιστικότητας, την αναδιάρθρωση του νομικού πλαισίου λειτουργίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων κ.α.

 

Οι προωθούμενες επενδύσεις είναι ιδιωτικές, συγχρηματοδοτούμενες (τουλάχιστον κατά 50%) με τα ίδια κεφάλαια των επενδυτών και δάνεια προερχόμενα από το χρηματοπιστωτικό σύστημα, ή/και ευρωπαϊκούς χρηματοδοτικούς θεσμούς (EIB, EBRD) και αφορούν επιχειρηματικές προτάσεις που προωθούν την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, καθώς και την καινοτομία, τις οικονομίες κλίμακος και τις υψηλότερες εξαγωγές.

 

Η ΕΚΘΕΣΗ ΠΙΣΣΑΡΙΔΗ ΟΔΗΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ

«Η επικέντρωση του Ταμείου Ανάκαμψης στην έκθεση Πισσαρίδη και των λοιπών “σοφών” θα συμβάλει ουσιαστικά στην επιτυχία του όλου εγχειρήματος, δεδομένου ότι η έκθεση αυτή ουσιαστικά πραγματεύεται τον εκσυγχρονισμό του παραγωγικού μοντέλου της χώρας» τονίζει το Finance Pro ο Γιώργος Πολεμίτης, Chief Financial and Administration Officer της Dixons South-East Europe, απαντώντας σε ερώτηση για τις προϋποθέσεις επιτυχίας του Ταμείου.

 

Όσον αφορά στα απαιτητικά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης των έργων που αυτό προϋποθέτει, ο Γ. Πολεμίτης εκτιμά ότι «ο κίνδυνος των αυστηρών χρονοδιαγραμμάτων θα μπορούσε να ξεπεραστεί με την συνεργασία Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα στην εκτέλεση των έργων και στον διορισμό τεχνοκρατών στην διοίκηση του όλου έργου». Όπως επισημαίνει, «το κράτος για τα έργα αυτά με την διαδικασία “fast track” θα μπορούσε να επιταχύνει ή ακόμη και να υπερκεράσει αποφάσεις που θα πρέπει να παρθούν από δυσκίνητες υπηρεσίες όπως είναι η Αρχαιολογία, το Δασαρχείο, η Πολεοδομία, αλλά και οι τοπικοί άρχοντες».

 

Tέλος, ο Chief Financial and Administration Officer της Dixons South-East Europe συμφωνεί με την στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης να ξεκινήσει άμεσα τα έργα του Ταμείου, χρηματοδοτώντας τα με ίδια κεφάλαια και όχι με τα κονδύλια του Ταμείου, τα οποία αναμένεται να έρθουν στη χώρα μας περί τις αρχές του καλοκαιριού. «Πιστεύω ότι η παρούσα κυβέρνηση έχει δυνατότητα να ξεκινήσει ιδιαίτερα δύσκολα έργα και να τα θέσει υπό το Ταμείο Ανάκαμψης σε μεταγενέστερο στάδιο διασφαλίζοντας τους ίδιους πόρους» επισημαίνει χαρακτηριστικά.

Γιώργος Πολεμίτης, Chief Financial and Administration Officer, Dixons South – East Europe

 

ΑΝΑΓΚΗ ΑΜΕΣΗΣ ΕΝΑΡΞΗΣ ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΤΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ, ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΜΕ ΙΔΙΟΥΣ ΠΟΡΟΥΣ

«Το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μια σπουδαία ευκαιρία προκειμένου η χώρα να προβεί στην αλλαγή του παραγωγικού της μοντέλου, έχοντας πάντα ως γνώμονα τις επιταγές της σύγχρονης εποχής, η οποία αλλάζει ριζικά τα τελευταία χρόνια (και υπό τις νέες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία του κορωνοιού), απαιτεί ψηφιοποίηση και μετάβαση σε «πράσινα» παραγωγικά μοντέλα, αλλά και έμφαση σε τομείς που θα είναι στην πρώτη γραμμή της παραγωγικής γραμμής παγκοσμίως» τονίζει από την πλευρά του ο Γιάννης Παντολέων, Group CFO του Olympia Group of Companies.

 

Σύμφωνα με τον ίδιο, το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας για να είναι βιώσιμο και να δημιουργήσει αξία πρέπει να αξιοποιεί τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας, να δώσει προτεραιότητα στον άνθρωπο και να εφαρμόσει την τεχνολογία αιχμής, σεβόμενο πάντοτε το περιβάλλον και αναδεικνύοντας το φυσικό μας πλούτο. «Αυτές οι προϋποθέσεις είναι απαραίτητες προκειμένου να είναι αποτελεσματικοί οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και να συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας» επισημαίνει.

 

Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα για τους κινδύνους που ενδεχομένως κρύβουν τα αυστηρά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης των έργων του Ταμείου, επισήμανε ότι πάντα στις επενδύσεις ελλοχεύει ένας κίνδυνος, ιδίως όταν μιλάμε για πολύπλοκα έργα που απαιτούν τη συνεργασία πολλών φορέων και συχνά αντιμετωπίζουν πολλές αντιξοότητες κατά τη φάση της υλοποίησης. «Για να μετριαστεί ο κίνδυνος, θα πρέπει να υπάρχει άριστη συνεργασία μεταξύ Κυβέρνησης – Ε.Ε – Ιδιωτικού τομέα, ενώ παράλληλα τα έργα που θα ενταχθούν πρέπει να “πατάνε” πάνω σε ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα.

 

«Δυστυχώς η πανδημία του κορωνοιού ανέβαλλε και συνεχίζει να αναβάλλει πολλές επενδύσεις παγκοσμίως. Το ΑΕΠ της Ελλάδας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τουρισμό, ο οποίος έχει καταρρεύσει εδώ και ένα έτος, με μία εκ των συνεπειών της κατάρρευσής του να είναι η δραματική μείωση στο διαθέσιμο εισόδημα του πληθυσμού. Αυτό είναι κάτι που επιδρά σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Συνεπώς, πιστεύω ότι η χώρα έχει πραγματική ανάγκη την άμεση έναρξη των επενδύσεων και βάσει αυτής της λογικής, η προχρηματοδότηση των έργων από ιδίους πόρους κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση».

Γιάννης Παντολέων, Group CFO, Olympia Group of Companies