Τoυ Άγγελου Μοχλούλη, M&A Advisor WHITETIP INVESTMENTS
Σε παγκόσμιο επίπεδο συνομολογείται ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι οποίες θα κρίνουν την επιτυχία, την κερδοφορία, την ανάπτυξη αλλά ακόμη και τη βιωσιμότητά τους, είναι πολύπλευρες και σχετίζονται τόσο με την τεχνολογία όσο και με την αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών και αντιλήψεων.
Το ESG όπως είναι διεθνώς γνωστός, ο όρος που αφορά στη συμμόρφωση των επιχειρήσεων με κριτήρια σεβασμού του περιβάλλοντος, εταιρικής κοινωνικής ευθύνης και σωστής διακυβέρνησης είναι μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις. Πρόκειται για μια τάση που η έλευσή της στη χώρα μας είναι σχετικά πρόσφατη αλλά στο άμεσο μέλλον θα μετατραπεί σε «επέλαση» δημιουργώντας νέες ανάγκες ώστε οι επιχειρήσεις να χαράξουν μια πιο «ενάρετη» κατά ESG πορεία.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, θέτοντας κάποια ερωτήματα και επιχειρώντας την απάντησή τους: Είναι όντως το ESG μια πρόσφατη τάση στην παγκόσμια επιχειρηματική κοινότητα;
Κάθε άλλο.. Οι πρώτες αναφορές στην ανάγκη για ESG επιχειρηματικότητα ξεκινούν ήδη από τη μακρινή δεκαετία του 70 στην Αμερική με κύριο προσανατολισμό την προστασία του περιβάλλοντος, τη δε δεκαετία του 80 ιδρύεται το Αμερικανικό forum για αειφόρες επενδύσεις (US SustainableInvesting Forum). Τα μεγάλα περιβαλλοντικά/πετρελαϊκά ατυχήματα ενισχύουν κατά καιρούς τις φωνές για σεβασμό στο περιβάλλον. Παράλληλα, η επί δεκαετίες δράση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σχετικά με την αειφόρα ανάπτυξη με αποκορύφωμα την υιοθέτηση το 2015 από όλα τα κράτη μέλη του, των 17 στόχων για αειφόρα ανάπτυξη (sustainable development goals) είχε σαν αποτέλεσμα να φέρει ακόμη πιο δυνατά στο προσκήνιο και την ESG μετάλλαξη των επιχειρήσεων.
Ένα σημαντικό ερώτημα για την αξιολόγηση της σημασίας του ESG είναι εάν αποτελεί μια τρέχουσα τάση -για να μην πούμε πιο πεζά μια περαστική μόδα-, ή μια ανάγκη που ήρθε για να μείνει και να καθορίζει εφεξής την επιχειρηματική δράση σε όλα τα επίπεδα και μεγέθη.
Τα στοιχεία σχετικά με το καίριο αυτό ερώτημα είναι συντριπτικά και δεν αφήνουν σε κανέναν από τους stakeholders των επιχειρήσεων (μετόχους, επενδυτές, διοίκηση, εργαζόμενους, προμηθευτές και πελάτες) το παραμικρό περιθώριο να παραβλέψουν το ESG ως μια ΑΝΑΓΚΗ, που η συμμόρφωσή τους ή όχι με αυτή, θα καθορίσει το μέλλον τους. Οι Αμερικανικές επενδύσεις για παράδειγμα που ενσωματώνουν ESG κριτήρια στην εικοσαετία από το millennium έως σήμερα εκτινάχθηκαν από τα σχεδόν 2τρις σε 14τρις δολάρια. Έρευνες αποδεικνύουν τη υψηλότερη απόδοση αυτών των επενδύσεων και πιστοποιούν ακόμη και την ανθεκτικότητά τους στην εποχή της πανδημίας.
Οι μεγάλοι επενδυτές (όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία στην Αμερική) υποχρεώνουν τους διαχειριστές των κεφαλαίων τους να επενδύουν με αυστηρότατα ESG κριτήρια. Αυτό όμως που αποτελεί την πιο καθοριστική παράμετρο είναι οι καταναλωτικές τάσεις των γενεών Χ και Υ οι οποίες και θα ρυθμίσουν μελλοντικά την τύχη κάθε παραγόμενου αγαθού και υπηρεσίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι γενιές αυτές φαίνεται ότι θα διαγράψουν από τον καταναλωτικό χάρτη οτιδήποτε δεν παράγεται με ESG κριτήρια. Για τις γενιές αυτές η αειφορία αποτελεί ήδη ένα από τα σημαντικότερα κριτήρια επιλογής όταν καταναλώνουν.
Στην Ελλάδα -όπως συχνά συμβαίνει- το ESG ως μια νέα ανάγκη, αντιμετωπίζεται με αναβλητικότητα, ενίοτε καχυποψία και αμφισβήτηση, αλλά κυρίως ως μια εφήμερη και ξενόφερτη μόδα που αφορά πρωτίστως τις μεγάλες και εισηγμένες επιχειρήσεις. Όμως οι εξελίξεις τόσο σε θεσμικό επίπεδο από πλευράς οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Εθνικών κανονισμών, όσο και στο θέμα των καταναλωτικών τάσεων αποδεικνύουν καθημερινά ότι πρόκειται για μια νέα τάση πραγμάτων που θα απαιτήσει σύντομα τη συμμόρφωση μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων.
Οι μεν μεγάλες επιχειρήσεις ήδη ακολουθούν αυτή την πορεία έχοντας τους πόρους και την οικονομική δυνατότητα. Το μεγάλο στοίχημα τα επόμενα χρόνια για την Ελληνική οικονομία είναι η στήριξη και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην κατεύθυνση αυτή ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά τους και κατ’επέκταση η ανάπτυξη της οικονομίας που βασίζεται κατά κύριο λόγο σε αυτές, ιδιαίτερα στη μετά covid εποχή.