Η ενεργειακή κρίση που ξεκίνησε στα μέσα περίπου του 2021 αλλά κλιμακώθηκε από τις αρχές του 2022, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το εμπάργκο στα καύσιμα, έχει σημαντικές επιπτώσεις στο διεθνές εμπόριο, ενώ είναι εμφανής η επίδραση των αυξημένων τιμών σε εισαγωγές και εξαγωγές. Το εμπόριο μεταξύ χωρών διεξάγεται πλέον με αυξημένες τιμές, λόγω της ενεργειακής κρίσης αλλά και των προβλημάτων που κληροδότησε η πανδημία στις εφοδιαστικές αλυσίδες, με ελλείψεις προϊόντων και καθυστερήσεις στη διανομή.

Το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα €13,7 δισεκ. έλλειμμα στο 12μηνο Αυγούστου 2021-Ιουλίου 2022 (6,9% του ΑΕΠ), με επιδείνωση κατά €3,7 δισεκ. σε σύγκριση με το αντίστοιχο προηγούμενο 12μηνο. Αυτή η διόγκωση του ελλείμματος εξετάζεται αναλύοντας τη μεταβολή που σημειώθηκε στις εξαγωγές και εισαγωγές καυσίμων και λοιπών αγαθών, αλλά και των εισπράξεων και πληρωμών για ταξιδιωτικές και μεταφορικές υπηρεσίες. Εκτός από τη σημαντική ανάκαμψη του τουρισμού στο εξεταζόμενο διάστημα και τη σταδιακή επαναφορά της οικονομίας, οι μεταβολές μετά τον Αύγουστο του 2021 ενσωματώνουν και την επίδραση των αυξημένων τιμών. Σε πρώτο στάδιο, οι αυξημένες τιμές αποτυπώνονται στα καύσιμα και στη συνέχεια στα υπόλοιπα αγαθά, μέσω διάχυσης του αυξημένου ενεργειακού κόστους στις αλυσίδες αξίες παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων.

Ο εισερχόμενος τουρισμός, οι μεταφορικές εισπράξεις και τα αγαθά συνέβαλαν σε βελτίωση του ΙΤΣ κατά 9,5 δισεκ., 7,7 δισεκ. και 7,4 δισεκ. αντίστοιχα, το τελευταίο 12-μηνο, ενώ οι εξαγωγές καυσίμων, με ιδιαίτερο ρόλο στην οικονομία και στο ισοζύγιο, είναι αυξημένες κατά €6,5 δισεκ. Οι εξαγωγές αγαθών και καυσίμων μαζί αυξήθηκαν στο ίδιο διάστημα κατά 41,3%, ενώ με βάση τον αποπληθωριστή εξαγωγών αγαθών, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης προέρχεται από τις τιμές, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 31%. Οι συνολικές εισπράξεις τουρισμού και μεταφορών αυξήθηκαν κατά 81%, ενώ αντίστοιχα οι τιμές ενισχύθηκαν κατά περίπου 20% στο ίδιο διάστημα.

Η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αυξάνει και τις εισαγωγές στο βαθμό που δεν έχει αλλάξει ριζικά το παραγωγικό υπόδειγμα. Η αξία των εισαγωγών αγαθών (πλην καυσίμων) αυξήθηκε κατά €13,8 δισεκ., ενώ οι εισαγωγές καυσίμων υπερδιπλασιάστηκαν, με αύξηση κατά €13 δισεκ. στο ίδιο διάστημα. Η συνολική αύξηση των εισαγωγών αγαθών και καυσίμων (+€26,8 δισεκ.) κατά 49% σε σύγκριση με το αντίστοιχο προηγούμενο διάστημα, οφείλεται κατά το ήμισυ σε αύξηση των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων (+24%). Οι ταξιδιωτικές και μεταφορικές πληρωμές είναι αυξημένες κατά €7,8 δισεκ. ή 64%, με τις τιμές να αυξάνονται κατά 20%.

Εν κατακλείδι, τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές εμφανίζονται σημαντικά αυξημένες στο τελευταίο 12μηνο αντανακλώντας επέκταση της εξωστρέφειας της οικονομίας (δηλαδή, άθροισμα εξαγωγών και εισαγωγών) σε ιστορικά υψηλό επίπεδο, ξεπερνώντας σε ονομαστικά μεγέθη το 100% του ΑΕΠ. Ωστόσο, ένα σχετικά μεγάλο μέρος των αυξήσεων αυτών προέρχεται από την αύξηση των τιμών, όπου σε όλες τις κατηγορίες που εξετάζονται υπερβαίνει το 20%. Η διεύρυνση του ελλείμματος και λόγω τιμών, ειδικότερα στο βαθμό που οι εισαγωγές δεν μπορούν να υποκατασταθούν με εγχώρια παραγωγή, δημιουργεί ανησυχίες για συστηματικό έλλειμμα της εγχώριας αποταμίευσης, με επιπτώσεις στη μακροχρόνια ισορροπία της οικονομίας.

Διάγραμμα: Μεταβολή συνιστωσών Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος. Οι εξαγωγές και οι εισπράξεις παρουσιάζονται αρχικά με θετικό πρόσημο, ενώ οι εισαγωγές και οι πληρωμές με αρνητικό. Η επιδείνωση των εξαγωγών επηρεάζει αρνητικά, ενώ η μείωση των εισαγωγών επιδρά θετικά.